Τι πρέπει να γράψετε στα έντυπα για να πάρετε χρήματα χωρίς να πάτε στο δικαστήριο
Τρεις νέες αιτήσεις πρέπει να υποβάλουν άμεσα σε ΕΦΚΑ, Γενικό Λογιστήριο και ΕΤΕΑΕΠ οι συνταξιούχοι για να κλειδώσουν αναδρομικά τουλάχιστον για ένα έτος, με ποσά που φτάνουν στις 6.600 ευρώ, χωρίς να χρειαστεί περαιτέρω δικαστική διεκδίκησή τους και κυρίως χωρίς να περιμένουν την επιστροφή τους σε δόσεις που εξετάζει η κυβέρνηση.

Οι αιτήσεις αυτές, βάσει νομολογίας δικαστηρίων και Ποινικού Κώδικα, δεν έχουν τoν χαρακτήρα της όχλησης στα ταμεία ούτε είναι προθάλαμος για μετέπειτα δικαστικές αγωγές κατά των ταμείων, αλλά έχουν να κάνουν -όπως λένε έγκριτοι νομικοί- με το έννομο συμφέρον των πολιτών για άμεση αποκατάσταση της οικονομικής βλάβης που έχουν υποστεί από την εφαρμογή παράνομων μειώσεων εκ μέρους των διοικήσεων των ασφαλιστικών φορέων.

Το βασικό νομικό επιχείρημα συνίσταται στο γεγονός ότι από τη στιγμή που βγήκε το ανώτατο συνταγματικό δικαστήριο (Συμβούλιο της Επικρατείας – ΣτΕ) και έκρινε ότι από τον Ιούνιο του 2015 οι μειώσεις των νόμων 4051 και 4093 στις συντάξεις είναι αντίθετες με το Σύνταγμα, τα ταμεία θα έπρεπε να διακόψουν τις κρατήσεις, χωρίς καθυστέρηση, διότι η συνέχιση των περικοπών που κρίθηκαν αντίθετες προς το Σύνταγμα, ενέχει καταφανή δόλο από μέρους της διοίκησης που ζημιώνει τους συνταξιούχους!

Η πράξη αυτή επισείει μέχρι και ποινικές ευθύνες στα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων επειδή συνεχίζουν να παρακρατούν ποσά που θα έπρεπε να επιστραφούν στις συντάξεις!

Στην ουσία για το διάστημα Ιούλιος 2015-Μάιος 2016, την υποχρέωση επιστροφής αναδρομικών την έχουν αποκλειστικά τα ταμεία και όχι κατόπιν εντολής από την κυβέρνηση, γιατί σε αυτό το διάστημα δεν είχε μεσολαβήσει καμία νέα νομοθεσία που να ακυρώνει την απόφαση του ΣτΕ!

Ακολούθως, όφειλαν να επιστρέψουν τις παράνομες κρατήσεις είτε εφάπαξ είτε ορίζοντας δόσεις με αποφάσεις των Διοικητικών τους Συμβουλίων, μέχρι να αποφασιστεί από την κυβέρνηση πώς θα αντιμετωπιστεί το ζήτημα με νέο νόμο.

Διαβάστε ολόκληρο το ρεπορτάζ στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου

Μάλιστα, τη μεγαλύτερη συρρίκνωση εισοδημάτων γνώρισαν οι συνταξιούχοι, των οποίων το μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα μειώθηκε κατά 28,47% την περίοδο 2009-2017.
Τις απίστευτου μεγέθους απώλειες τις οποίες υπέστησαν τα εισοδήματα εκατομμυρίων ελληνικών νοικοκυριών από το 2009 έως το 2017, εξαιτίας της υπερφορολόγησης και της επιβολής περικοπών σε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικά επιδόματα, που επιβλήθηκαν με τα Μνημόνια, αποκαλύπτει η σύγκριση των δεδομένων των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, οι οποίες υποβλήθηκαν το 2018 (για το 2017) και το 2010 (για το 2009).

Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη σύγκριση αυτή δείχνουν ότι, εξαιτίας της εφαρμογής της άδικης και καταστροφικής δημοσιονομικής πολιτικής των Μνημονίων, μέσα στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από το 2009 έως και το 2017, εξανεμίστηκαν φορολογητέα εισοδήματα συνολικού ύψους 20,25 δισ. ευρώ, ενώ το μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα κάθε ελληνικού νοικοκυριού συρρικνώθηκε κατά 28,59%, από 17.673 σε 12.620 ευρώ. Μάλιστα, τη μεγαλύτερη συρρίκνωση εισοδημάτων γνώρισαν οι συνταξιούχοι, των οποίων το μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα μειώθηκε κατά 28,47% την περίοδο 2009-2017.

Σημαντικές εισοδηματικές απώλειες υπέστησαν την ίδια περίοδο και οι μισθωτοί, των οποίων το μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα υποχώρησε κατά 25,82%.

Τα συγκριτικά στοιχεία από τη στατιστική επεξεργασία των δεδομένων των φορολογικών δηλώσεων που υποβλήθηκαν το 2010 και το 2018, για να δηλωθούν εισοδήματα των ετών 2009 και 2017, αντίστοιχα, δείχνουν ειδικότερα ότι:

1 Το συνολικό φορολογούμενο εισόδημα των φυσικών προσώπων μειώθηκε κατά 20,25 δισ. ευρώ ή κατά 20,12%, από τα 100,64 δισ. ευρώ το 2010 (για το 2009) στα 80,39 δισ. ευρώ το 2018 (για το 2017). Κι αυτό παρά το γεγονός ότι ο αριθμός των φορολογουμένων (οικογενειών και άγαμων φυσικών προσώπων) αυξήθηκε από 5.694.978 το 2010 σε 6.370.099 το 2018.

2 Το μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα κάθε νοικοκυριού συνταξιούχων υποχώρησε κατά 28,47%, από 16.555 ευρώ το 2009 σε 11.841 ευρώ το 2017. Δεύτεροι σε εισοδηματικές απώλειες έρχονται οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες και ελεύθεροι επαγγελματίες, οι οποίοι εμφανίζονται με μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα 24.593 ευρώ το 2009 και 17.759 ευρώ το 2017.

Η μείωση του μέσου ετήσιου φορολογούμενου εισοδήματος των φορολογουμένων αυτών ανήλθε σε ποσοστό 27,79% μεταξύ του 2009 και του 2017. Στην τρίτη θέση όσον αφορά στις εισοδηματικές απώλειες βρίσκονται οι μισθωτοί των οποίων το μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα μειώθηκε από 19.863 ευρώ το 2009, σε 14.735 ευρώ το 2017. Η μείωση του ετήσιου εισοδήματος των μισθωτών ήταν της τάξεως του 25,82% μεταξύ των ετών 2009 και 2017.

3 Η μείωση του φορολογούμενου εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων κατά ποσοστά 28,47% και 25,82%, αντίστοιχα, την περίοδο 2009-2017, είχε ως φυσική συνέπεια να μειωθούν σε απόλυτα μεγέθη και οι φορολογικές τους επιβαρύνσεις.

Συγκεκριμένα, για τα έτη 2009-2017, η μέση ετήσια φορολογική επιβάρυνση, όπως αποτυπώθηκε στις φορολογικές δηλώσεις των ετών 2010-2018, μειώθηκε κατά 2,89% για τους μισθωτούς και κατά 25,73% για τους συνταξιούχους. Ομως, στις περιπτώσεις των φορολογουμένων που άσκησαν ατομικές επιχειρήσεις ή ελευθέρια επαγγέλματα και των αγροτών, η μείωση των φορολογητέων εισοδημάτων δεν οδήγησε και σε μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων.

Συγκεκριμένα, την περίοδο 2009-2017, ενώ το μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα των μικρομεσαίων επιχειρηματιών και των ελευθέρων επαγγελματιών μειώθηκε κατά 27,79%, από 24.593 σε 17.759 ευρώ, η μέση ετήσια φορολογική επιβάρυνσή τους αυξήθηκε κατά 38,49%, από 2.785 σε 3.857 ευρώ! Επίσης, την ίδια περίοδο, ενώ το μέσο ετήσιο φορολογούμενο εισόδημα των αγροτών μειώθηκε κατά 3,74%, η μέση ετήσια φορολογική επιβάρυνσή τους αυξήθηκε κατά 38%, από 742 σε 1.024 ευρώ.

Η εξέλιξη αυτή εξηγείται εν μέρει από το γεγονός ότι γι’ αυτές τις κατηγορίες φορολογουμένων ελήφθησαν, την περίοδο των Μνημονίων, τα πλέον αυστηρά φοροεισπρακτικά μέτρα, όπως η κατάργηση του αφορολόγητου ορίου και η επιβολή φόρου από το πρώτο ευρώ του ετήσιου εισοδήματος (με συντελεστή 26% για τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες-ελεύθερους επαγγελματίες και 13%-26% για τους αγρότες).

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην έννοια «φορολογική επιβάρυνση» συμπεριλαμβάνονται για το έτος 2018 (εισοδήματα 2017) και τα στοιχεία για τα ποσά της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, του τέλους επιτηδεύματος και του φόρου πολυτελούς διαβίωσης με τα οποία χρεώθηκαν τα νοικοκυριά. Αντιθέτως, το 2010, όταν φορολογήθηκαν τα εισοδήματα του 2009, δεν είχαν ακόμη επιβληθεί οι τρεις αυτοί φόροι.

Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής

Οι αποφάσεις των Πρωτοδικείων αναγνωρίζουν, ουσιαστικά, ως συνταγματικά αποδεκτό το ύψος των συνολικών αποδοχών των γιατρών του ΕΣΥ, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί μέχρι τον Ιούλιο του 2012 με βάση τις διατάξεις του παλαιού νόμου 3205/2003
Νέα δημοσιονομική βόμβα πυροδοτεί σειρά αποφάσεων των Πρωτοδικείων με τις οποίες κρίνονται αντισυνταγματικές οι διατάξεις του ν. 4472/2017 για την αναμόρφωση των ειδικών μισθολογίων και επιδικάζονται σε ιατρούς του ΕΣΥ, οι οποίοι είχαν προσφύγει κατά των συγκεκριμένων διατάξεων, αναδρομικές αυξήσεις αποδοχών που κυμαίνονται από 19.000 έως 24.000 ευρώ για κάθε προσφυγόντα.

 

Οι συγκεκριμένες αποφάσεις αναμένεται να προκαλέσουν νέο «τσουνάμι» προσφυγών από χιλιάδες άλλους εν ενεργεία ιατρούς του ΕΣΥ αλλά και από στρατιωτικούς, αστυνομικούς, λιμενικούς πυροσβέστες, πανεπιστημιακούς, καθηγητές ΑΤΕΙ, ερευνητές και λοιπούς λειτουργούς του Δημοσίου, που υπάγονται στα ειδικά μισθολόγια.

Αποκατάσταση

Οι αποφάσεις των Πρωτοδικείων αναγνωρίζουν, ουσιαστικά, ως συνταγματικά αποδεκτό το ύψος των συνολικών αποδοχών των ιατρών του ΕΣΥ, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί μέχρι τον Ιούλιο του 2012 με βάση τις διατάξεις του παλαιού νόμου 3205/2003. Βάσει των αποφάσεων αυτών, το Δημόσιο πρέπει να καταβάλει στους προσφυγόντες ιατρούς, αναδρομικά από το 2017, ποσά που αντιστοιχούν στη διαφορά μεταξύ:

α) του ύψους των συνολικών αποδοχών όπως διαμορφώνονται μέχρι 31-12-2016 μετά την πλήρη αποκατάστασή τους βάσει των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας για την αντισυνταγματικότητα των περικοπών που επέφερε από τον Αύγουστο του 2012 ο ν. 4093/2012

β) του ύψους των συνολικών αποδοχών τους, όπως διαμορφώθηκαν από το 2017 με βάση το ν. 4472/2017 για την αναμόρφωση των ειδικών μισθολογίων.

Το ιστορικό
Υπενθυμίζεται ότι με το ν. 4472/2017 οι συνολικές αποδοχές των ιατρών του ΕΣΥ μειώθηκαν λόγω περικοπών και καταργήσεων διαφόρων επιδομάτων όχι μόνο σε σχέση με τα επίπεδα αποδοχών όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί πριν τις αντισυνταγματικές περικοπές του ν. 4093/2012 αλλά και σε σχέση με τα επίπεδα αποδοχών όπως είχαν διαμορφωθεί και μετά τις περικοπές αυτές.

Η κυβέρνηση χορήγησε «προσωπικές διαφορές» για να καλύψει τις μειώσεις που προέκυψαν σε σχέση με τα επίπεδα αποδοχών όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί μετά τις αντισυνταγματικές μειώσεις του ν. 4093/2012, δηλαδή δεν αναγνώρισε τότε την αντισυνταγματικότητα των περικοπών του νόμου εκείνου.

Ωστόσο εκδόθηκαν δικαστικές αποφάσεις που έκριναν αντισυνταγματικές τις περικοπές των αποδοχών των γιατρών του ΕΣΥ οι οποίες επιβλήθηκαν με το μνημονιακό νόμο 4093/2012. Η κυβέρνηση όμως νομοθέτησε την επιστροφή των ποσών των περικοπών μόνο για τη διετία 2015 – 2016.

Οι αποφάσεις με τις οποίες δικαιώνονται οι ιατροί του ΕΣΥ υποχρεώνουν πλέον το Δημόσιο να καταβάλει τα ποσά περικοπών και για την περίοδο μετά την 1-1-2017, είτε αυξάνοντας τις προσωπικές διαφορές που προβλέπουν οι διατάξεις του ν. 4472/2017, ώστε αυτές να καλύπτουν τα ποσά μειώσεων σε σχέση με τις αποδοχές που είχαν διαμορφωθεί βάσει του ν. 3205/2003, είτε αλλάζοντας εκ νέου όλη τη δομή του ειδικού μισθολογίου των ιατρών του ΕΣΥ.

Ενδεικτικό είναι το παρακάτω παράδειγμα: Ιατρός διευθυντής του ΕΣΥ λαμβάνει με το νέο μισθολόγιο του ν. 4472/2017 ονομαστικές μηνιαίες μικτές αποδοχές 3.103 ευρώ. Με βάση τον αντισυνταγματικό νόμο 4093/2012, δηλαδή μετά τις περικοπές που επήλθαν από την 1-8-2012, ελάμβανε μηνιαίες μικτές αποδοχές 3.283,20 ευρώ. Με το νόμο 3205/2003, όπως ίσχυε πριν τις περικοπές του ν. 4093/2012 έπρεπε να λαμβάνει 3.860,11 ευρώ. Ετσι, από τα δικαστήρια κρίθηκε αντισυνταγματικό το νέο μισθολόγιο του νόμου 4472/2017 και θα πρέπει οι αποδοχές του εν λόγω ιατρού να αποκατασταθούν στο επίπεδο των 3.860,11 ευρώ.

Νέο… μέτωπο
Οι αποφάσεις των Πρωτοδικείων, με τις οποίες δικαιώνονται οι προσφυγόντες ιατροί του ΕΣΥ, αναμένεται να προκαλέσουν νέο κύμα προσφυγών από χιλιάδες άλλους εν ενεργεία ιατρούς του ΕΣΥ αλλά και από λοιπούς λειτουργούς του Δημοσίου (στρατιωτικούς, αστυνομικούς, λιμενικούς πυροσβέστες, πανεπιστημιακούς, καθηγητές ΑΤΕΙ, ερευνητές κ.λπ.), που υπάγονται στα ειδικά μισθολόγια, δεδομένου ότι οι διατάξεις του ν. 4472/2017 είναι ομοιόμορφες και έχουν προκαλέσει σημαντικές μειώσεις στις ονομαστικές αποδοχές όλων αυτών των κατηγοριών.

Σύντομα δε το Ελληνικό Δημόσιο θα βρεθεί αντιμέτωπο με την υποχρέωση συνολικής ρύθμισης του ζητήματος προς την κατεύθυνση της πλήρους αποκατάστασης των αποδοχών όλων των υπαγόμενων στα ειδικά μισθολόγια στα προ του Αυγούστου 2012 επίπεδα.

Οι επίμαχες αποφάσεις, οι οποίες εκδόθηκαν από Πρωτοδικεία της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και του Πειραιά, κρίνουν αντισυνταγματικές τις διατάξεις του νόμου 4472/2017 ως προς το σκέλος εκείνο που αφορά τις αποδοχές των γιατρών του ΕΣΥ και επιδικάζουν διαφορές αποδοχών για τη διετία 2017-2018, οι οποίες κυμαίνονται από 19.000 έως 24.000 ευρώ για τον κάθε ιατρό που προσέφυγε.

Στις αποφάσεις αυτές, τα Πρωτοδικεία υπογραμμίζουν μεταξύ άλλων ότι: «Αποδεικνύεται ότι με τη θέση σε ισχύ του ν. 4472/2017 οι καθαρές αποδοχές των γιατρών του ΕΣΥ μειώθηκαν έτι περαιτέρω συγκριτικώς προς τις αντισυνταγματικές μειώσεις (σ.σ. σύμφωνα με τις προγενέστερες δικαστικές αποφάσεις), όπως αυτές είχαν επέλθει με το ν. 4093/2012, με ακόλουθη συνέπεια οι σχετικές με το μισθολογικό καθεστώς των ιατρών του ΕΣΥ ρυθμίσεις του ν. 4472/2017, με έναρξη ισχύος από 19.5.2017, να τυγχάνουν ωσαύτως αντίθετες προς τις επιταγές του συντακτικού νομοθέτη».

Τα δικαστήρια δεν παραπλανώνται
Ο δικηγόρος των ιατρών του ΕΣΥ, Ιωάννης Τουτζιαράκης (διδάκτωρ Εργατικού Δικαίου του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης), σε δήλωσή του επισημαίνει ότι «για μια ακόμη φορά τα δικαστήρια δεν παραπλανώνται από τις επιφανειακές αλλαγές του ν. 4472/2017 και τη διακήρυξη για δήθεν αυξήσεις των μικτών αποδοχών, οι οποίες όμως οδηγούν σε μικρότερες καθαρές αποδοχές».

Τα δικαστήρια, συνεχίζει ο κ. Τουτζιαράκης, κρίνουν ότι «ο ν. 4472/2017 είναι και αυτός αντίθετος, προς τις επιταγές του συντακτικού νομοθέτη αλλά και με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας».

Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου

Αναδρομικά η κατάργηση της υποχρέωσης πληρωμής με κάρτες - Ποιοι πρέπει να συλλέγουν χάρτινες αποδείξεις
Με δύο χρόνια καθυστέρηση το υπουργείο Οικονομικών αναθεωρεί την απόφασή του να επιβάλει υποχρέωση να δαπανούν το 10% τουλάχιστον των εσόδων τους με τραπεζικά μέσα πληρωμής, ακόμα και σε εκείνους που… δεν έχουν καν εισόδημα!

Η απόφαση που ανακοίνωσε πως υπέγραψε η υφυπουργός Οικονομικών κυρία Αικατερίνη Παπανάτσιου, ανατρέπει όσα ψηφίστηκαν τον Δεκέμβριο του 2016 και ίσχυαν από 1.1.2017, για νοικοκυριά με ανέργους ή υποαπασχολούμενους που αν είχαν έστω και 100 ευρώ εισόδημα (πχ από ένα περιστασιακό μεροκάματο που έκαναν) θα έπρεπε να πληρώνουν με κάρτες και e-banking για να εξασφαλίσουν το αφορολόγητό τους. Για να μην προκληθεί τραγέλαφος με τέτοιες περιπτώσεις, φέτος έσπευσε το υπουργείο Οικονομικών να προλάβει τις φορολογικές δηλώσεις που θα ανοίξουν τον Μάρτιο, αλλάζοντας τα δεδομένα «στο παρά ένα» της εκκαθάρισης φόρου για τα περυσινά εισοδήματα.

Έτσι οι άνεργοι και περιστασιακά απασχολούμενοι εξομοιώνονται πλέον με τους συνταξιούχους άνω των 70 ή τους βαριά αναπήρους (από 80% και άνω) που εξαιρούνταν από την υποχρέωση να συναλλάσσονται με τα POS. Και μαζί τους εξομοιώνονται με την ίδια απόφαση και οι πρόσφυγες - μετανάστες που ζουν στη χώρα μας υπό την ομπρέλα προστασίας της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ. Αντιθέτως όμως, δεν καλύπτει ανάπηρους με αναπηρία πχ 67%-80%, για τους οποίους επιβάλλεται ακόμη η χρήση POS και ebanking.

Σύμφωνα με πληροφορίες, το μέτρο θα ισχύσει και αναδρομικά για το 2018, στις δηλώσεις φόρου εισοδήματος E1 που θα υποβληθούν εφέτος. Δεν θα δουν πρόστιμο όσοι δηλώσουν πραγματικό εισόδημα κάτω των 6.000 ευρώ, με την προϋπόθεση όμως ότι δεν έχουν τεκμήρια που να ανεβάζουν το τεκμαρτό εισόδημα πάνω από τα 9.500 ευρώ. Αν αντιθέτως για πχ ένα ακίνητο και ένα αυτοκίνητο φτάνουν στις 10.000 ευρώ τεκμαρτό, τότε απαιτείται να καλύψουν με τραπεζικές πληρωμές το 10% του τεκμαρτού (πχ 1.000 ευρώ) ακόμα και αν είχαν πραγματικό εισόδημα κάτω από 1.000 ευρώ!

Και όσοι εξαιρούνται όμως, όπως και υπερήλικες συνταξιούχοι ή οι πολύ βαριά ανάπηροι, θα πρέπει να συνεχίσουν να συλλέγουν χάρτινες αποδείξεις –υποχρέωση πάντως που δεν έχει κανένας ως το 2016 που επεβλήθη το νέο σύστημα!

Ακόμα χειρότερα, ανάπηροι (έως 80%) ή ηλικιωμένοι που ζουν καθηλωμένοι στα σπίτια τους ή σε μικρά χωριά , απαιτείται και πάλι να προσκομίζουν αποδείξεις (εφόσον τους ζητηθεί) για να καλύψουν το 10%-20% του πραγματικού ή πλασματικού εισοδήματός τους, όπως το υπολογίζει η εφορία.

Με την λογική του υπουργείου Οικονομικών πάντως, ενώ κατανοεί ότι δεν μπορούν να χρησιμοποιούν POS ή κάρτες τα άτομα που δεν έχουν χρήματα ή δυσκολεύονται λόγω της κατάστασης της υγείας τους, επιμένει να ζητά «χάρτινες» αποδείξεις που –μόνον αυτοί- θα υποχρεούνται να μαζεύουν!

Διευκρινίζεται πάντως πως ο νόμος απαιτεί δαπάνες 10%-20% επί του φορολογητέου εισοδήματος.

Αυτό σημαίνει, για παράδειγμα:

- άνεργος ή απλήρωτος εργαζόμενος με εισόδημα 1.000 ευρώ και με τεκμήριο 9.000 ευρώ: δεν χρειάζεται να δαπανήσει 100 ευρώ με κάρτες

- ο ίδιος άνεργος ή απλήρωτος εργαζόμενος με εισόδημα 500 και με τεκμήριο 10.000 ευρώ: πρεπει να δαπανήσει 1.000 ευρώ με κάρτες, αλλιώς θα πληρώσει «πρόστιμο» στην εφορία 110 ευρώ.

- κατάκοιτος με 70% αναπηρία και τεκμήριο (σπίτι) 9.500 ευρώ: πρέπει να μαζέψει «χάρτινες» αποδείξεις 950 ευρώ, αλλιώς θα πληρώσει πρόστιμο 209 ευρώ.

Η κυβέρνηση προσανατολίζεται να υιοθετήσει λύσεις… α λα καρτ για την αντιμετώπιση του μείζονος προβλήματος των αναδρομικών διεκδικήσεων εκατομμυρίων συνταξιούχων αλλά και δημοσίων υπαλλήλων. Στις αποφάσεις του ΣτΕ, που θα επιφέρουν μόνιμο δημοσιονομικό κόστος, η «απάντηση» θα είναι η νομοθέτηση «μέτρων εξισορρόπησης» ώστε να μην επηρεάζεται ο προϋπολογισμός για τα αναδρομικά.

Αντίθετα, όπως αναφέρει ρεπορτάζ της εφημερίδας Καθημερινή, για τις αποφάσεις που θα οδηγούν σε εφάπαξ επιβάρυνση του προϋπολογισμού, η κυβέρνηση προσανατολίζεται στο να πληρώσει τους δικαιούχους των αναδρομικών, καταφεύγοντας όμως σε δύο κινήσεις τακτικής προκειμένου να μετριαστεί το ταμειακό αλλά και το δημοσιονομικό κόστος.

Για την αντιμετώπιση του προβλήματος σε δημοσιονομικό επίπεδο, ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις με τους Θεσμούς ώστε τα αναδρομικά να αντιμετωπιστούν ως «εξωγενής και μη προβλέψιμος παράγοντας». Αυτό, αν συμφωνηθεί με τους δανειστές, σημαίνει ότι η όποια δαπάνη θα λαμβάνεται μεν υπόψη στο πρωτογενές πλεόνασμα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, όχι όμως και στο «μνημονιακό» πλεόνασμα βάσει του οποίου ελέγχεται και το αν η Ελλάδα εκπληρώνει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει για παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξεων του 3,5%.

Αντίστοιχη αντιμετώπιση έχει γίνει μέχρι τώρα με τη δαπάνη για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αλλά και με τη δαπάνη για την κρίση στο προσφυγικό. Η βασική πηγή αναδρομικών διεκδικήσεων με μόνιμη δημοσιονομική επίπτωση είναι η επιστροφή των δώρων αλλά και του επιδόματος αδείας τόσο για τους δημοσίους υπαλλήλους όσο και για τους συνταξιούχους. Με δεδομένο ότι κάθε δημόσιος υπάλληλος θα πρέπει να εισπράττει 1.000 ευρώ ετησίως και κάθε συνταξιούχος του Δημοσίου περίπου 800 ευρώ, το δημοσιονομικό κόστος για την επιστροφή των δώρων ανέρχεται σε 3-3,4 δισ. ευρώ και θεωρείται «ασήκωτο» σε μόνιμη βάση.

Η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να τηρήσει τη γραμμή που υπαγορεύει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην πρόσφατη έκθεσή της. Δηλαδή να λάβει «ισοδύναμα εξισορροπητικά μέτρα», ώστε να προκύπτει συμμόρφωση με την απόφαση του ΣτΕ χωρίς όμως να προκύπτει μεγάλο (ή και καθόλου) δημοσιονομικό κόστος. Προς αυτή την κατεύθυνση, θα εξεταστούν διάφορες λύσεις, καταρχάς για το θέμα του δώρου των δημοσίων υπαλλήλων, που είναι και το πρώτο που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση (δεδομένου ότι η σχετική απόφαση από το ΣτΕ αναμένεται πριν το Πάσχα):

1. Η «απορρόφηση» του 13ου και 14ου μισθού από το ενιαίο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, κάτι που πρακτικά σημαίνει ότι σε ετήσια βάση δεν θα υπάρχει καμία διαφοροποίηση στις αποδοχές που θα λαμβάνει ο δημόσιος υπάλληλος. Δηλαδή, το ίδιο ποσό, αντί να καταβάλλεται σε 12 μισθούς όπως συμβαίνει σήμερα, Θα καταβάλλεται σε 14.

2. Η μείωση των δώρων και τον επιδόματος από το επίπεδο των 1.000 ευρώ που είναι σήμερα, ώστε να συγκρατηθεί σε αισθητά χαμηλότερα επίπεδα το δημοσιονομικό κόστος για την περίοδο από εδώ και στο εξής. Αυτό προϋποθέτει, βέβαια, ότι θα υπάρχει ο απαραίτητος δημοσιονομικός χώρο. Το θέμα των δώρων των συνταξιούχων είναι αρκετά περίπλοκο όσον αφορά στην αντιμετώπισή του από εδώ και στο εξής.

Ολική επαναφορά συνεπάγεται δημοσιονομικό κόστος περίπου 2,5 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, ενώ στην πράξη τα ταμεία θα υποχρεωθούν να καταβάλουν δώρα ακόμη και σε συνταξιούχους που δεν έχουν πληρώσει ποτέ τις ανάλογες ασφαλιστικές εισφορές. Για την αντιμετώπιση, η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να καταφύγει σε «δημιουργική λογιστική». Το δώρο των 800 ευρώ ή και λιγότερο καθώς η απόφαση του ΣτΕ κρίνει αντισυνταγματική την κατάργηση της παροχής και όχι το ύψος του ποσού μπορεί να «συμψηφιστεί» με το ποσό της προσωπικής διαφοράς των συνταξιούχων. Η προσωπική διαφορά έχει παραμείνει ως μέγεθος – και μάλιστα υπολογισμένη ανά συνταξιούχο έστω και με λάθη – και θα περιορίζεται κάθε φορά που θα δίδεται αύξηση στους νέους συνταξιούχους μετά το 2022. Μια λύση θα μπορούσε να είναι ο συμψηφισμός του δώρου με την προσωπική διαφορά.

Το παιχνίδι των καθυστερήσεων στις συντάξεις

Οι περικοπές στις συντάξεις που έχουν κριθεί αντισυνταγματικές επιφέρουν εφάπαξ κόστος στον κρατικό προϋπολογισμό καθώς, θεωρητικά τουλάχιστον, το ζήτημα έχει αντιμετωπιστεί με τον επανυπολογισμό των συντάξεων μέσω του νόμου Κατρούγκαλου. Βέβαια η συνταγματικότητα του τελευταίου εκκρεμεί να κριθεί από το ΣτΕ. Αυτή είναι και η μεγαλύτερη εκκρεμότητα καθώς αν ο ασφαλιστικός νόμος του 2016 κριθεί αντισυνταγματικός θα ανοίξει συνολικά το ασφαλιστικό.

Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να παίξει το παιχνίδι της καθυστέρησης στο θέμα των περικοπών, αφού το δημοσιονομικό κόστος σε περίπτωση μαζικής δικαίωσης των συνταξιούχων μπορεί να φτάσει τα 4,5 δισ. ευρώ ετησίως ή τα 14 δισ. ευρώ.

https://www.newsbomb.gr/

ferriesingreece2

kalimnos

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot