Η υπηρεσία Amazon Web Services εξυπηρετεί πάνω από 1 εκατομμύριο εταιρείες, αλλά ο αυξανόμενος ανταγωνισμός άρχισε να «δείχνει τα δόντια» του 
 
Για να αποφεύγουν τον μπελά της κατασκευής και συντήρησης κέντρων δεδομένων, πολλές εταιρείες αναθέτουν το συγκεκριμένο έργο στην Amazon. Εκτός από μεγαλύτερος διαδικτυακός πωλητής λιανικής, η Amazon είναι και μια γιγαντιαία υπηρεσία ενοικίασης διακομιστών σε πελάτες που χρειάζονται υπολογιστική ισχύ για την επεξεργασία δεδομένων, την προβολή ταινιών σε streaming και την διαχείριση παραγγελιών.
 
Αλλά η Amazon, η ηγέτιδα δύναμη στις «πλατφόρμες υπηρεσιών cloud» αντιμετωπίζει μια ολοένα και διογκούμενη πρόκληση. Αντίπαλοι όπως η Microsoft κερδίζουν έδαφος σε ένα κρίσιμο …πεδίο μάχης, στο οποίο συμμετέχουν κάποιες από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου της τεχνολογίας παγκοσμίως.
 
«Η πλατφόρμα cloud είναι μια δημοφιλής υπηρεσία στο σύγχρονο λογισμικό, που σημαίνει ότι όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις με σοβαρή παρουσία στην ανάπτυξη ή στη διανομή εφαρμογών εισβάλλουν σε αυτήν. Δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς», τονίζει ο Τζέιμς Στάτεν, αναλυτής της Forrester Research.
 
Η Amazon Web Services -η ονομασία του τμήματος κέντρου δεδομένων της Amazon- ήλεγχε το 2013 περίπου το 75% της παγκόσμιας αγοράς πλατφόρμων cloud, σύμφωνα με τον Στάτεν. Όμως, μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, αυτό το μερίδιο αγοράς αναμένεται να μειωθεί στο 65%.
 
Εν τω μεταξύ, η Microsoft, που καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση -με διαφορά όμως από την πρώτη- ήλεγχε το 15% της αγοράς το 2013. Αυτό το μερίδιο αναμένεται να αυξηθεί σε περίπου 25% μέχρι το τέλος του 2014.
 
Το περιθώριο ανάπτυξης για τον κλάδο του cloud computing παραμένει τεράστιο. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της IHS Technology, οι εταιρείες το 2017 πρόκειται να ξοδέψουν έως και 235 δισεκατομμύρια δολάρια για τέτοιου είδους υπηρεσίες, ποσό τριπλάσιο από το αντίστοιχο του 2011.
 
Συνεπώς, δεν προκαλεί καμία εντύπωση που εταιρείες όπως η Microsoft, η Google, η Salesforce, η SAP και η Oracle εντείνουν τις προσπάθειές τους να ικανοποιήσουν την αυξανόμενη ζήτηση, απειλώντας παράλληλα τη «μονοκρατορία» της Amazon στον εν λόγω κλάδο.
fortunegreece.gr
Επιβεβαιώνονται, δυστυχώς οι παλαιότερες θεωρίες συνωμοσίας γύρω από την Κατανάλωση και τη λειτουργία του Ανταγωνισμού της Αγοράς που θέλουν τα προϊόντα να έχουν προγραμματιστεί με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα ζωής και τη θνησιγένεια να έχει ενσωματωθεί στο DNA κάθε συσκευής, κινητού τηλεφώνου, ηλεκτρονικού υπολογιστή, tablet, αυτοκινήτου, ηλεκτρικής συσκευής, προκειμένου να αναγκάζεται ο καταναλωτής να καταναλώνει στο διηνεκές.

Της Σόνιας Χαϊμαντά-newsbomb.gr

Σύγχρονες θεωρίες αναφέρουν – και μπορούν να το αποδείξουν στην πράξη - ότι για κάθε παρτίδα προϊόντων ακόμη και για αυτόνομα από χρήση ενέργειας αντικείμενα (έπιπλα, εργαλεία), υπάρχει ένας σαφής προγραμματισμός για τη θνησιγένειά τους. Τα προϊόντα, είτε χαλούν, είτε καθίστανται ασύμβατα με άλλα συστήματα, είτε χάνουν την αξία τους ως «ντεπασέ». Όλα για την κατανάλωση. Μάλιστα οι επιστήμονες που αναλύουν το φαινόμενο obsolence (προγραμματισμένος θάνατος προϊόντων) πάνε ακόμη παραπέρα μιλώντας ακόμη και για σχεδιασμό χρόνου ζωής των οικόσιτων ζώων (pets) μέσω εμβολιασμού, μάλλον "υπερεμβολιασμού" που προκαλούν καρκίνους στα 5 χρόνια της ζωής του σκύλου ή της γάτας. Και τούτο για να αναγκαστεί ο ιδιοκτήτης να αγοράσει καινούργιο. Πολύ κακό για να είναι αληθινό; Ισως…

Τέλος τα προϊόντα για μια ζωή! Όλα για το κέρδος
Κι όμως! Το 1881 οι λαμπτήρες είχαν διάρκεια ζωής 1.500 ώρες, μέχρι που οι επιχειρηματίες συνειδητοποίησαν ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν καθόλου κερδοφόρο. Για τον λόγο αυτό αποφάσισαν να μειώσουν τη διάρκεια ζωής τους στις 1.000 ώρες. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε την αρχή για την διάδοση της έννοιας της προγραμματισμένης βραχυβιότητας, καθώς οι παραγωγοί άρχισαν να μειώνουν τη διάρκεια ζωής των προϊόντων με σκοπό να αυξήσουν την κατανάλωση.

Πιο συγκεκριμένα, στις καταναλωτικές κοινωνίες, οι επιχειρήσεις άρχισαν να δημιουργούν πλασματικές ανάγκες στους καταναλωτές ώστε να έχουν μεγαλύτερα κέρδη. Με τη βιομηχανική επανάσταση το φαινόμενο αυτό έγινε έντονα αισθητό καθώς πλέον τα εξελιγμένα τεχνολογικά μηχανήματα παρήγαγαν αγαθά πολύ φθηνότερα. Βέβαια αυτά τα αγαθά ήταν λιγότερο ανθεκτικά και κατασκευάζονταν για να διαρκέσουν λιγότερο. Τελικά υπήρχε τόσο μεγάλη παραγωγή με πολύ χαμηλό κόστος και για το λόγο αυτό οι καταναλωτές δεν αγόραζαν πια με βάση τις πραγματικές τους ανάγκες. Η ευημερία αυτή κράτησε μέχρι το 1929 όταν ξεκίνησε από την Αμερική η βαθιά οικονομική ύφεση που οδήγησε στην έκρηξη της ανεργίας. Οι άνθρωποι πλέον ζητούσαν εργασία και τρόφιμα, δηλαδή τα απολύτως βασικά.

Τότε για μια ακόμη φορά ήρθε στο προσκήνιο η έννοια της προγραμματισμένης απαξίωσης. Ο Bernard London πρότεινε μια νέα ριζοσπαστική πρόταση για την καταπολέμηση της ανεργίας και την εκ νέου τόνωση της οικονομίας. Σύμφωνα με αυτή για κάθε προϊόν έπρεπε να ορίζεται συγκεκριμένη διάρκεια ζωής μετά από την οποία θα θεωρούνταν νομικώς «νεκρά». Έτσι θα υπήρχαν πάντα διαθέσιμες θέσεις εργασίας στα εργοστάσια, οι άνθρωποι θα έβρισκαν δουλεία και συνεπώς χρήματα για να ανακτήσουν την αγοραστική τους δύναμη. Παρόλα αυτά ο στόχος της παραπάνω ενέργειας δεν ήταν ξεκάθαρος και έτσι δεν έγινε αποδεκτή νομικά.

Αργότερα, ο Brooks Stevens όρισε την προγραμματισμένη βραχυβιότητα ως την επιθυμία των καταναλωτών να έχουν κάτι λίγο νεότερο, λίγο καλύτερο, λίγο νωρίτερα από ό, τι είναι απαραίτητο. Η προσέγγιση αυτή είχε και έχει μεγάλη απήχηση καθώς αποτέλεσε τη βάση της καταναλωτικής κοινωνίας όπως την ξέρουμε σήμερα. Από τότε μέχρι σήμερα, οι άνθρωποι ενδιαφέρονται περισσότερο για την εμφάνιση των προϊόντων, για το τι είναι καινούργιο, μοντέρνο, ωραίο και πιο εξελιγμένο από πριν. Αντικαθιστούν προϊόντα που ήδη έχουν με νεότερα τα οποία προσφέρουν κάθε φορά κάτι παραπάνω. Η διαφήμιση και το μάρκετινγκ προωθούν ακριβώς αυτή την ιδέα δελεάζοντας τους καταναλωτές να επιθυμούν νέα βελτιωμένα προϊόντα. Παρουσιάζουν τα αγαθά με τέτοιο τρόπο ώστε να τους αναγκάζουν εμμέσως -πολλές φορές και με υποσυνείδητα μηνύματα- να αγοράσουν τα νέα αγαθά. Άλλωστε είναι δύο επιστήμες μεταξύ πολλών άλλων που δημιουργήθηκαν μέσω της ιδέας της προγραμματισμένης βραχυβιότητας.

Πρόκειται για μια επικοινωνιακή διαδικασία. Πιο συγκεκριμένα, οι καταναλωτές θέλοντας να είναι αρεστοί στον κοινωνικό τους περίγυρο αγοράζουν όλο και περισσότερα νέα και πιο εξελιγμένα αγαθά. Πιστεύουν πως με αυτόν τον τρόπο θα γίνουν επιτυχημένοι σε προσωπικό, επαγγελματικό και κοινωνικό επίπεδο και τελικά θα οδηγηθούν στην κατάκτηση της ευτυχίας όπως αυτή παρουσιάζεται από την διαφήμιση. Με την αγορά ενός και μόνο προϊόντος μπορείς σε δευτερόλεπτα να γίνεις ο καλύτερος μπαμπάς, ο καλύτερος σύζυγος ή ο καλύτερος γείτονας. Αυτό σχετίζεται περισσότερο με την ψυχολογική απαξίωση (psychological obsolescence) ενός προϊόντος.

Αναμφισβήτητα η έννοια της προγραμματισμένης βραχυβιότητας διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο στις σύγχρονες κοινωνίες. Η αλήθεια είναι πως ακόμη δεν είναι εύκολο να προσδιορίσουμε αν κάτι σταματάει να είναι χρήσιμο λόγω των ταχέων τεχνολογικών αλλαγών ή λόγω της αλλαγής στις προτιμήσεις των καταναλωτών. Μερικές φορές η προγραμματισμένη βραχυβιότητα είναι απαραίτητη, χωρίς αυτό να αναιρεί το γεγονός ότι οι επιχειρηματίες χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη θεωρία προς όφελός του. Τα όρια ανάμεσα στα δύο δεν είναι πάντα ευδιάκριτα.

Οι μεταρρυθμίσεις είναι ο λόγος που η Ελλάδα ''ανέβηκε'' δέκα θέσεις, μέσα σε ένα χρόνο, στη λίστα της... διεθνούς κατάταξης ανταγωνιστικότητας του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ.
 
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ιαπωνία ήταν μεταξύ των κορυφαίων οικονομιών όσον αφορά τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους κατά το τελευταίο έτος σύμφωνα με την ετήσια κατάταξη που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF) στη Γενεύη. Για έκτη συνεχόμενη χρονιά, η Ελβετία πήρε την πρώτη θέση, ενώ ακολούθησε η Σιγκαπούρη.
 
Οι ΗΠΑ ήρθαν στην τρίτη θέση λόγω των καινοτόμων επιχειρήσεων και των ισχυρών ιδρυμάτων όπως ανακοίνωσε το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ που φιλοξενεί την ετήσια συνάντηση των παγκόσμιων ηγετών στην ελβετική πόλη του Νταβός. Από την περυσινή κατάταξη οι ΗΠΑ κατάφεραν να ξεπεράσουν τη Φινλανδία καθώς και τη Γερμανία οι οποίες υποβαθμίστηκαν στην τέταρτη και πέμπτη θέση αντίστοιχα. Οι βελτιώσεις στον τομέα της καινοτομίας ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους η Ιαπωνία ανέβηκε τρεις θέσεις στη φετινή λίστα.

Η Γερμανία θα πρέπει να βελτιώσει την πρόσβαση σε θέσεις εργασίας για τους αλλοδαπούς και τις γυναίκες όπως προειδοποίησε το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ προσθέτοντας ότι η πρόσφατη εισαγωγή ενός ελάχιστου μισθού θα μπορούσε να κάνει την αγορά εργασίας λιγότερο ευέλικτη. Το Χονγκ Κονγκ, η Ολλανδία, η Βρετανία και η Σουηδία κλείνουν τον κατάλογο των 10 πιο ανταγωνιστικών οικονομιών του πλανήτη.
 
Αλλά και χώρες της Ευρώπης που είναι σε κρίση όπως η Πορτογαλία και η Ελλάδα ανέβηκαν σημαντικά στην 36η και 81η θέση αντίστοιχα, λόγω των φιλόδοξων μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων τους.
 
Η Ρωσία ανέβηκε από την 64 στην 53 θέση αλλά το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ προειδοποίησε ότι οι περαιτέρω κυρώσεις κατά της χώρας εξ αιτίας της σύγκρουσης στην Ουκρανία θα μπορούσαν να βλάψουν την ανταγωνιστικότητα της, καθώς και τους εμπορικούς της εταίρους. Η Ινδία υποχώρησε στις 71η θέση εφέτος, που είναι η χαμηλότερη μεταξύ των μεγάλων αναδυόμενων οικονομιών ενώ η Τουρκία, η Νότια Αφρική και η Βραζιλία έχασαν επίσης έδαφος.

Tromaktiko
Σελίδα 3 από 3

ferriesingreece2

kalimnos

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot