Έκτακτη έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ φανερώνει τη δύσκολη κατάσταση στην οποία έχουν βρεθεί οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα, λόγω της πανδημίας του κορονοϊού. Οι τζίροι έχουν μειωθεί δραματικά και μία στις τρεις επιχειρήσεις δεν κρύβει ότι σκέφτεται το ενδεχόμενο να βάλει λουκέτο. Τι πιστεύουν για τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση οι επιχειρηματίες.
Η παρούσα έρευνα αποτελεί μέρος των ερευνών που διεξάγει το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, σε συνεργασία με την εταιρεία MARC, για τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.

Το ζήτημα της ρευστότητας των επιχειρήσεων που είχε επισημανθεί, στην έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 2020, ως το σημαντικότερο πρόβλημα που θα χρειαστεί να αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις είναι πλέον εμφανές. Τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα από την κυβέρνηση για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων φαίνεται πως δεν επαρκούν για να καλύψουν την πλειονότητα των επιχειρήσεων που παλεύουν για την επιβίωση τους μέσα σε συνθήκες εξαιρετικά μειωμένης ζήτησης.

Τα κυριότερα ευρήματα της έρευνας που αποτυπώνουν την δυσμενή αυτή κατάσταση είναι τα εξής:

* 8 στις 10 επιχειρήσεις (81,7%) δήλωσαν πως ο τζίρος τους ήταν μειωμένος το προηγούμενο διάστημα (μήνα) σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό. Με βάση τα στοιχεία της έρευνας ο μέσος όρος μείωσης του τζίρου είναι 46%.

* 2 στις 10 επιχειρήσεις (21,1%) δήλωσαν πως είναι πολύ πιθανό το προσωπικό τους να μειωθεί το επόμενο εξάμηνο, ενώ μόλις το 5% δήλωσε πως θα προχωρήσει σε προσλήψεις. Εκτιμάται, με βάση τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί σήμερα πως μέχρι το τέλους του έτους κινδυνεύουν να χαθούν περίπου 190.000 θέσεις εργασίας.

* 1 στις 3 (33,9%) επιχειρήσεις εκφράζουν τον φόβο για ενδεχόμενη διακοπή της δραστηριότητας τους το επόμενο διάστημα.

* Σχεδόν 4 στις 10 επιχειρήσεις (37,2%) δήλωσαν ότι το επόμενο διάστημα δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις φορολογικές τους υποχρεώσεις

* 1 στις 3 επιχειρήσεις (33,4%) δήλωσε ότι το επόμενο διάστημα δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις ασφαλιστικές της υποχρεώσεις.

* Σχεδόν 6 στις 10 (55,1%) επιχειρήσεις είναι λίγο ή καθόλου ικανοποιημένες με τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση για την στήριξη των επιχειρήσεων.

Η έκθεση υπογραμμίζει ακόμα πως “παρά τα μέτρα που έχει λάβει μέχρι σήμερα η κυβέρνηση για την ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας και τον περιορισμό των επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης, έχει αρχίσει να προδιαγράφεται και κυρίως να γίνεται αποδεκτό ότι η ελληνική οικονομία δεν θα αποφύγει την βαθιά ύφεση. Τα στοιχεία που προκύπτουν από την παρούσα έρευνα επιβεβαιώνουν την εκτίμηση αυτή”.

Πηγή: Reporter.gr

 

 

Συνολικά 182.694 μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ποσοστό 28,36%) έκλεισαν την περίοδο 2008 – 2016, σύμφωνα με την έκθεση του 2019 του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων (ΙΜΕ – ΓΣΕΒΕΕ) που παρουσιάστηκε σε ειδική εκδήλωση.

Το κόστος της κρίσης δεν κατανεμήθηκε ισομερώς σε όλους τους κλάδους, ενώ την ίδια στιγμή παρατηρείται ότι η ανάκαμψη των τελευταίων ετών είναι εξίσου ανισομερής, επισημαίνουν οι αναλυτές, ενώ υπογραμμίζεται η ύπαρξη μίας αξιοσημείωτης δυναμικής των πολύ μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων να διευρύνουν τον επιχειρηματικό τους ορίζοντα.

Ωστόσο, παραμένουν σημαντικά εμπόδια. Στην έρευνα αποτυπώνεται ότι το κυριότερο εμπόδιο (με εξαίρεση την υψηλή φορολόγηση) για περισσότερες από 4 στις 10 επιχειρήσεις (43,3%) θεωρείται η έλλειψη ρευστότητας και πρόσβασης σε χρηματοδότηση.

«Όπως φαίνεται στην Ελλάδα έχει πλέον διαμορφωθεί ένα στρεβλό χρηματοπιστωτικό σύστημα, με τέσσερις συστημικές τράπεζες να ελέγχουν την συντριπτική πλειοψηφία των ροών κεφαλαίου στην οικονομία. Είναι, επομένως, επιτακτική η ανάγκη διεύρυνσης των χρηματοοικονομικών υποδομών της χώρας, προκειμένου να έρθουμε πιο κοντά στον πολυπόθητο στόχο μιας υγιούς, μακροπρόθεσμης, σταθερής, βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης» καταλήγει ο πρόλογος της έκθεσης.

Η ελληνική οικονομία, όπως σημειώνεται: «εξακολουθεί να υστερεί σε ανταγωνιστικότητα με τα πιο αδύναμα σημεία της να είναι η στρεβλή χρηματοοικονομική αγορά και το δυσμενές και ασταθές μακροοικονομικό περιβάλλον και γι’ αυτόν τον λόγο δεν αποτελεί ελκυστικό προορισμό για ξένες επενδύσεις. Αντιθέτως, παρουσιάζει ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα στην ποιότητα του ανθρώπινου κεφαλαίου και στις υποδομές.»

» Το σημαντικότερο πρόβλημα των ΜΜΕ αυτή τη στιγμή εντοπίζεται στην υψηλή φορολογία και στο φορολογικό πλαίσιο εν γένει. Ίσως, η μόνη θετική απόρροια της κρίσης υπήρξε η πρωτοφανής βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου η οποία όμως οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στη μείωση των εισαγωγών. Εν τούτοις, φαίνεται πως τα τελευταία δύο έτη αναπτύσσεται μία δυναμική επέκτασης των εξαγωγών η οποία μένει να φανεί αν θα διατηρηθεί και στα επόμενα έτη».

Το κόστος της δημοσιονομικής προσαρμογής
Ειδικά σε ό,τι αφορά στο κόστος της δημοσιονομικής προσαρμογής, όπως αναφέρεται, αυτή συντελέστηκε κυρίως μέσω της αύξησης των φορολογικών εσόδων και της μείωσης των δημοσίων δαπανών.

Σχεδόν τα 2/3 (67,47%) της συνολικής δημοσιονομικής προσαρμογής της δεκαετίας 2010- 2019 ύψους 173,6 δισ. ευρώ προήλθε από το σκέλος των φορολογικών εσόδων.

«Έτσι, δημιουργήθηκε οξύτατο πρόβλημα επιβίωσης και ανταγωνιστικότητας για τις ελληνικές επιχειρήσεις» όπως υπογραμμίζεται.

Η «Έκθεση ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2019 για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις» αποτελεί ένα είδους απολογισμού των δέκα και πλέον ετών που έχουν παρέλθει από την εκδήλωση της κρίσης και της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης.

Βασική επιδίωξη της έκθεσης είναι η αποτύπωση του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο δραστηριοποιούνται οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις και η ανάδειξη των διαρθρωτικών μεταβολών της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στα προβλήματα ρευστότητας και άντλησης χρηματοδότησης, που σε συνδυασμό με την υψηλή φορολογία αναδεικνύονται ως τα σημαντικότερα εμπόδια για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα σήμερα.

Όπως προκύπτει, η κύρια συνιστώσα της οικονομικής δραστηριότητας που έχει πληγεί περισσότερο είναι αυτή των επενδύσεων, οι οποίες γνώρισαν πρωτοφανή μείωση κατά τη διάρκεια της κρίσης.

«Αυτό είναι και ένα από πιο ανησυχητικά ευρήματα της έκθεσης, καθώς η απομείωση του κεφαλαίου της χώρας υπονομεύει τις μελλοντικές αναπτυξιακές της προοπτικές ενώ η ανάκαμψη της επενδυτικής δραστηριότητας είναι ένας από τους πιο δύσκολους στόχους σε μία οικονομία» όπως υπογραμμίζεται.

Μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Οι περισσότερες μικρές επιχειρήσεις με κριτήριο το μέγεθος της απασχόλησης εντοπίζονται στους κλάδους του χονδρικού και λιανικού εμπορίου.

Αναφορικά με την επίδραση της κρίσης στη δομή της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα, όπως αναφέρεται στην έκθεση, υπήρξε μία μείωση του αριθμού των επιχειρήσεων κατά 9,4% ενώ παράλληλα μειώθηκε το ποσοστό των μικρών επιχειρήσεων που απασχολούν έως τέσσερα άτομα ως προς το σύνολο των επιχειρήσεων.

Η υποχώρηση του ρόλου των μικρών επιχειρήσεων αντικατοπτρίζεται και σε κλαδικό επίπεδο αφού από τους επτά κλάδους στους οποίους ο αριθμός των επιχειρήσεων αυξήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης μόνο ο κλάδος του τουρισμού συγκεντρώνει μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Η μείωση των επιχειρήσεων είχε σαφές αντίκτυπο στην απασχόληση η οποία μειώθηκε κατά 17% στη δεκαετία, με τον τομέα της μεταποίησης να υφίσταται τη μεγαλύτερη συρρίκνωση. Όσον αφορά στη θέση στο επάγγελμα ως κυρίαρχη τάση αναδεικνύεται η μείωση των εργοδοτών με προσωπικό και η αύξηση των μισθωτών και των αυτοαπασχολουμένων.

Τα εμπόδια
Στην έκθεση περιλαμβάνεται παρουσίαση έρευνας γνώμης, που διεξήχθη με ευθύνη του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ σε συνεργασία με τη MARC Α.Ε. σε αντιπροσωπευτικό δείγμα μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.

Τα ευρήματα αναφέρονται κυρίως σε διαρθρωτικά ζητήματα, όπως η ανάλυση του λειτουργικού κόστους, η ιεράρχηση των εμποδίων που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις, ο βαθμός εξωστρέφειας, τα δίκτυα συνεργασίας και η ενσωμάτωση «μικρο-καινοτομιών».

Όπως προκύπτει από την ανάλυση των στοιχείων:

– 4 στις 10 επιχειρήσεις (38,8%) έχουν αναπτύξει την τελευταία τριετία κάποιου είδους καινοτομία για νέο προϊόν ή υπηρεσία ή/και την οργάνωση της επιχείρησης ή/και την εξωστρέφεια.

– 2 στις 10 επιχειρήσεις (19,5%) έχουν αναπτύξει κάποιου είδους συνεργασία με άλλες επιχειρήσεις για κοινές προμήθειες προϊόντων/υπηρεσιών, ή/και για κοινή προώθηση, μάρκετινγκ ή/και για κοινή αποθήκη.

– 1 στις 6 επιχειρήσεις (16,7%) εξάγει κάποιο ποσοστό των προϊόντων ή υπηρεσιών σε άλλες χώρες.

Ενώ οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις εμφανίζουν αξιοσημείωτη δυναμική στη διεύρυνση του επιχειρηματικού τους ορίζοντα, σημαντικά εμπόδια φαίνεται να παραμένουν.

Ως κυριότερο εμπόδιο – με εξαίρεση την υψηλή φορολόγηση- για περισσότερες από 4 στις 10 επιχειρήσεις (43,3%) αναδεικνύεται η έλλειψη ρευστότητας και η πρόσβαση σε χρηματοδότηση.

Εστιάζοντας στα δύο παραπάνω σημεία, μέρος της έκθεσης, αφιερώνεται στην ανάλυση της χρηματικής οικονομίας εξετάζοντας παραμέτρους, όπως:

η πρόσβαση των ΜμΕ στη χρηματοδότηση,
η παρουσία ή απουσία χρηματοδοτικών εργαλείων προσαρμοσμένων στις ανάγκες των ελληνικών ΜμΕ,
τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές ΜμΕ στην προσπάθειά τους να χρηματοδοτήσουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα

Εντυπωσιακή, όπως αναφέρεται, είναι η μείωση της συνολικής ποσότητας χρήματος στα χρόνια της ύφεσης και η μείωση της συνολικής χρηματοδότησης από το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Τα παραπάνω συνιστούν ένα φαινόμενο βίαιης απομόχλευσης της ελληνικής οικονομίας με συνεχώς μειούμενα υπόλοιπα χρηματοδοτήσεων και αρνητικές πιστωτικές επεκτάσεις.

Επίσης, προκύπτει πως το επίπεδο των επιτοκίων χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι από τα υψηλότερα της ευρωζώνης, χαρακτηριστικό που έχει αρνητική επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

πηγή in.gr

Η γενική εικόνα δείχνει σταθεροποίηση της Ελληνικής Οικονομίας σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, εντούτοις οι μικρές επιχειρήσεις συνεχίζουν να βιώνουν μια δύσκολη κατάσταση, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδος που παρουσιάστηκε σήμερα με θέμα «Το Οικονομικό Κλίμα στις Μικρές Επιχειρήσεις».

Το 22% των επιχειρήσεων δηλώνουν καθόλου κέρδη και το 44% κέρδη έως 10.000 ευρώ, όπως διαπιστώνει η έρευνα ενώ 6 στις 10 επιχειρήσεις δηλώνουν επιδείνωση της κατάστασης ρευστότητας παρά την ευνοϊκότερη οικονομική συγκυρία. Επιπλέον, το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνει ότι έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία αυξάνεται στο 24,8% (από 23,8%), ενώ πρόσφατα τέθηκαν σε ισχύ οι ρυθμίσεις του εξωδικαστικού για χρέη αποκλειστικά προς το δημόσιο.

Ο δείκτης ανασφάλειας και φόβου για την πορεία της επιχείρησης διατηρεί υψηλές τιμές. Το 34,5% των επιχειρήσεων θεωρεί αρκετά και πολύ πιθανό να κλείσει το επόμενο διάστημα (έναντι 38,1% του προηγούμενου εξαμήνου και 38,1% της αντίστοιχης έρευνας του Φεβρουαρίου του 2017). Εκτιμάται ότι η μείωση επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο θα είναι περίπου 7.000 επιχειρήσεις, κυρίως πολύ μικρές και αυτοαπασχολούμενοι.

Ο πρόεδρός της συνομοσπονδίας, Γιώργος Καββαθάς, δήλωσε ότι η όποια ανάπτυξη παρατηρείται, είναι ανάπτυξη των αριθμών και όχι της πραγματικής οικονομίας. Όσο δε για τη μείωση της ανεργίας, αυτή είναι επακόλουθο των ευέλικτων μορφών εργασίας και όχι σταθερών θέσεων απασχόλησης. Για τον εξωδικαστικό μηχανισμό αλλά και για την ένταξη οφειλετών σε 120 δόσεις, επεσήμανε ότι θέλουν βελτιώσεις και εντόπισε αδυναμία να ενταχθούν υπερχρεωμένοι επιχειρηματίες και επαγγελματίες.

Στο πρόβλημα ρευστότητας και χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις της πραγματικής οικονομίας που βρίσκουν άλλες μορφές χρηματοδότησης, όπως στο να μην πληρώνουν προσωπικό και προμηθευτές αναφέρθηκε ο γραμματέας της ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Κουράσης.

Στην έρευνα διαπιστώνεται επιδείνωση στον κλάδο του εμπορίου αλλά μικρή αύξηση στην μεταποίηση. Τα προβλήματα εμφανίζονται πλέον με τα χαρακτηριστικά που άφησε η κρίση όπως της τεράστιας αδυναμίας στην προσέγγιση χρήματος και την ανυπαρξία επενδύσεων στην πραγματική οικονομία.

Όπως σημειώνεται στην έρευνα από τα στοιχεία επαληθεύεται η υπόθεση της εξόδου της χώρας από το κατώφλι της στασιμότητας 2014-2016, επιβεβαιώνεται η ύπαρξη δυναμικών κλάδων που αναπτύσσονται ασύμμετρα από το σύνολο της οικονομίας, και ταυτόχρονα καταδεικνύεται η ανάγκη προσαρμογής ορισμένων πολιτικών που θα εστιάζουν στις ανάγκες της μικρής εγχώριας μονάδας, στη βελτίωση των όρων εμπορίου και καλύτερης πρόσβασης στις αγορές και βελτίωσης του χρηματοδοτικού περιβάλλοντος.

Η έρευνα

Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που έγινε σε συνεργασία με την εταιρεία ΜARC ΑΕ σε πανελλαδικό δείγμα 1008 μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό), στο διάστημα 27 Φεβρουαρίου έως 7 Μαρτίου 2018 έχουν ως εξής:

1. Η αποτίμηση του β’ εξαμήνου 2017 επιβεβαιώνει την υπόθεση της σταθεροποίησης και σταδιακής ανάκαμψης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθώς σημειώνεται ιστορικό υψηλό 8ετίας, τόσο στο δείκτη σταθερότητας (35%) όσο και της βελτίωσης των δεικτών (11,5%). Είναι χαρακτηριστικό ότι η χώρα μας ακολουθεί μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα τις θετικές τάσεις που εμφανίζει το Ευρωπαϊκό Βαρόμετρο ΜΜΕ της UEAPME, με υπαρκτό ασφαλώς αλλά μικρότερο το χάσμα μεταξύ Βορρά και περιφέρειας της ΕΕ.

2. Οι τομείς που εμφανίζουν μια ιδιαίτερη δυναμική είναι η μεταποίηση και οι υπηρεσίες, ενώ οι επιδόσεις του εμπορίου υπολείπονται σημαντικά (περίπου 8 μονάδες). Στις επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερα από 5 άτομα, με υψηλό κύκλο εργασιών και με ηλικία έως 10 ετών, το άθροισμα θετικών- σταθερών αποτιμήσεων υπερβαίνει για δεύτερο συνεχές εξάμηνο τις αρνητικές αποτιμήσεις, γεγονός που επιβεβαιώνει το επιχείρημα ότι αυτές οι επιχειρήσεις αποτελούν τους δυναμικούς συντελεστές της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.

3. Παραμένουν σε ισχύ σημαντικοί ανασχετικοί παράγοντες που σχετίζονται με τη στρεβλή διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας. Το χάσμα μεταξύ θετικών και αρνητικών επιδόσεων στο σκέλος της χρηματοδότησης παραμένει αγεφύρωτο. Η σύγκλιση θετικών και αρνητικών προσδοκιών που εμφανίζεται αρκετά εμφατικά στην τρέχουσα έρευνα οικονομικού κλίματος δεν είναι ομοιογενής και ισόρροπη. Ο βαθμός απαισιοδοξίας είναι μεγαλύτερος στους αυτοαπασχολούμενους (ή όσους απασχολούν ως 1 άτομο) και στις επιχειρήσεις με χαμηλό κύκλο εργασιών.

4. Σε χαμηλά επίπεδα, αν και βελτιούμενος παραμένει ο δείκτης χρησιμοποίησης του παραγωγικού δυναμικού, καθώς κινείται στην περιοχή του 55% (από 51,3%) και υπολείπεται σημαντικά από τον αντίστοιχο δείκτη της βιομηχανίας που ανέρχεται σε 69,5%, σύμφωνα με το Δελτίο Οικονομικής Συγκυρίας της ΤτΕ).

5. Οι προσδοκίες σχετικά με την πορεία των επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο διατηρούν αρνητικό πρόσημο, αλλά Εξαμηνιαίο Δελτίο Οικονομικού Κλίματος ΜμΕ 4 παρουσιάζουν τις καλύτερες επιδόσεις από το Φεβρουάριο του 2015. Το 38,5% των επιχειρήσεων αναμένει επιδείνωση (από 47,4%), το 19,1% βελτίωση (από 10,9%), ενώ το 36,4% των επιχειρήσεων δεν αναμένει καμιά μεταβολή. Μεγαλύτερο βαθμό αισιοδοξίας παρουσιάζουν μεγαλύτερες επιχειρήσεις (με πάνω από 5 άτομα προσωπικό και με τζίρο άνω των 300,000Euro).

Η κατάσταση των επιχειρήσεων

1. Ο κύκλος εργασιών και ο δείκτης ζήτησης σημειώνουν τη 2η καλύτερη επίδοση μέσα στην 8ετία, αλλά τα περιθώρια βελτίωσης παραμένουν σημαντικά. Τούτο βρίσκεται σε αντιστοιχία με τις θετικές επιδόσεις στους δείκτες κύκλου εργασιών κυρίως της βιομηχανίας, και σε μικρότερο βαθμό του λιανικού εμπορίου και των υπηρεσιών (ΕΛΣΤΑΤ, Ιανουάριος 2018). Η απάλειψη των σεναρίων νέας μείωσης των διαθεσίμων εισοδημάτων (με μείωση αφορολόγητου, συντάξεων κ.α.) είναι προϋπόθεση για μια βιώσιμη ανάκαμψη της εγχώριας κατανάλωσης.

2. Εντούτοις, στον κύκλο εργασιών των ΜμΕ σημειώνεται κάμψη για το 46,3% (αύξηση 17,5%) των επιχειρήσεων. Οι αυτοαπασχολούμενοι παρουσιάζουν τις υψηλότερες απώλειες (53,7). Τη μεγαλύτερη συρρίκνωση καταγράφουν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις του κλάδου εμπορίου. 3. Ως προς το δείκτη κερδοφορίας, το 19,3% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι είχε κέρδη κάτω των 5,000Euro στο 2017, ενώ το 22,5% κατέγραψε ζημίες. Κέρδη άνω των 10,000Euro καταγράφει το 17,4%. Μείωση παραγγελιών καταγράφεται για το 50% των επιχειρήσεων.

Ρευστότητα- Επενδύσεις

1. 6 στις 10 επιχειρήσεις δηλώνουν επιδείνωση της κατάστασης ρευστότητας παρά την ευνοϊκότερη οικονομική συγκυρία. Αυτό συμβαίνει σε αντιδιαστολή με την εικόνα σταδιακής επενδυτικής επαναφοράς για ένα υψηλότερο ποσοστό επιχειρήσεων (11% από 8,2%), το οποίο παραμένει περιορισμένο και φαίνεται να έχει δυνητικά χαμηλό ανώτατο όριο.

2. Η χαμηλή επενδυτική εμπιστοσύνη και η απουσία ή αδυναμία πρόσβασης σε χρηματοοικονομικά εργαλεία αποτελούν μόνιμο διαρθρωτικό χαρακτηριστικό της ελληνικής μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, και ως τέτοιο επηρεάζει τις προοπτικές ανάκαμψης των κλάδων στους οποίου κυριαρχούν οι μικρές επιχειρήσεις. Παρά τη θετική συγκυρία, μόνο το 6,6% των επιχειρήσεων σχεδιάζει να επενδύσει το επόμενο εξάμηνο.

Απασχόληση

1. Οι τάσεις αποκλιμάκωσης της ανεργίας που αποτυπώνονται στα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (20,6% τον Ιανουάριο του 2018) καταγράφονται και στην αποτίμηση της έρευνας κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για την απασχόληση όπου ο λόγος απολύσεων/ προσλήψεων διατηρεί καθοδική τάση.

2. Οι προοπτικές μάλιστα για το επόμενο διάστημα είναι θετικές καθώς το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνουν ότι θα προχωρήσουν σε περικοπές θέσεων εργασίας είναι μικρότερο από εκείνων που δηλώνουν πως θα τις αυξήσουν (5,0% έναντι 7,1%). Ωστόσο αυτό το εύρημα πιθανότατα συνδέεται με την εποχικότητα.

3. Και σε αυτή την έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ επαληθεύονται τα ευρήματα των προηγούμενων ερευνών αλλά και επίσημων στατιστικών (ΕΡΓΑΝΗ) για την ύπαρξη υψηλού ποσοστού ευέλικτων μορφών απασχόλησης στις νέες θέσεις εργασίας, καθώς οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης είναι περισσότερες από τις νέες θέσεις πλήρους απασχόλησης με μια αναλογία περίπου 55% με 45% αντίστοιχα (μηνιαία δελτία ΕΡΓΑΝΗ), χωρίς τάσεις αποκλιμάκωσης.

4. Αυτό αποτυπώνεται και στην έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ όπου το 44,8% των μικρών και πολύ μικρών εργοδοτών απασχολούν προσωπικό με μερική απασχόληση, ενώ υψηλό παραμένει και το ποσοστό (30%) εκείνων που Εξαμηνιαίο Δελτίο Οικονομικού Κλίματος ΜμΕ Φεβρουάριος 2018

5 δήλωσαν ότι θα προσλάβουν προσωπικό με μερική απασχόληση το επόμενο διάστημα. Συνεχίζεται, δηλαδή, το φαινόμενο της αύξησης της απασχόλησης αλλά σε χαμηλότερης κυρίως ποιότητας θέσεις εργασίας (χαμηλότεροι μισθοί, λιγότερες μέρες και ώρες κλπ). 5. Επιπρόσθετα, το 33,5% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι αναγκάστηκε να μειώσει περιστασιακά ώρες/ ημέρες εργασίας, ποσοστό χαμηλότερο σε σχέση με τις προηγούμενες έρευνες αλλά ακόμα σημαντικά υψηλό.

6. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν αποτυπώνονται και στο εύρημα ότι το 36,7% αντιμετωπίζουν προβλήματα έγκαιρης καταβολής των μισθών.

Υποχρεώσεις – Οφειλές

1. Η αισθητή βελτίωση των οικονομικών δεικτών δεν αμβλύνει τα προβλήματα υπερχρέωσης που εντοπίζονται σε ένα εγκλωβισμένο 25% επί του συνόλου των επιχειρήσεων. Σταθερά υψηλότερο είναι το ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες οφειλές προς το πρώην ασφαλιστικό ταμείο των επαγγελματιών (ΟΑΕΕ, 26,3%).

2. Το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνει ότι έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία αυξάνεται στο 24,8% (από 23,8%), ενώ πρόσφατα τέθηκαν σε ισχύ οι ρυθμίσεις του εξωδικαστικού για χρέη αποκλειστικά προς το δημόσιο. Το συνολικό ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών που προστέθηκε μέσα στο 2017 ανήλθε στα 6,01 δις ευρώ (στοιχεία διοικητή ΑΑΔΕ). Περίπου 81,000 μικρές επιχειρήσεις δηλώνουν ότι έχουν βρεθεί αντιμέτωπες το προηγούμενο εξάμηνο με κατάσχεση/ ή δέσμευση λογαριασμών για οφειλές.

3. Ωστόσο, σημαντική αποκλιμάκωση παρατηρείται στον αριθμό των επιχειρήσεων που εκτιμά ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές υποχρεώσεις του έτους (19,6% έναντι 23,7% στην προηγούμενη έρευνα).

4. Αμετάβλητες παραμένουν οι οφειλές των επιχειρήσεων προς τον ιδιωτικό τομέα, καθώς εκείνες που δηλώνουν ότι καθυστερούν να καταβάλλουν οφειλές σε προμηθευτές, για ενοίκια και για δόσεις δανείου διατηρούνται αντίστοιχα στο 19,8%, 15,7% και 16,5%. Η έκθεση στο χρέος ιδιωτών παραμένει μια σημαντική απειλή για την πορεία ανάκαμψης της οικονομίας και αντανακλά την περιορισμένη πρόσβαση σε κεφάλαια και πιστώσεις.

5. Οι στατιστικές εκτιμήσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ δείχνουν ότι το 8,9% των επιχειρήσεων έχει ταυτόχρονα οφειλές σε δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία. Τα συνολικά ληξιπρόθεσμα χρέη νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς την εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες πλέον υπερβαίνουν τα 230 δις (99,9 δις στην εφορία, 31,2 δις στο ΚΕΑΟ και 100,4 δις στις τράπεζες), ενώ ή τάση τους παραμένει αυξανόμενη. Το 16,8% των μικρών επιχειρήσεων (πάνω από 110,000 φυσικά ή νομικά πρόσωπα) οφείλουν πάνω από 20,000Euro.

6. Οι ρυθμίσεις που επέφερε ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης ιδιωτικού χρέους σε όλες τις εκδοχές του (τράπεζες, 120 δόσεις σε δημόσιο) έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον των επιχειρήσεων, αλλά δεν έχουν επιφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. 1 στις 9 οφειλέτριες επιχειρήσεις δηλώνει ότι έχει κάνει ήδη διακανονισμό, ανεξαρτήτως των διαθεσίμων εργαλείων που χρησιμοποίησε.

7. Συνολικά, εκτιμάται ότι 60,000 επιχειρήσεις αποτελούν το βασικό πυρήνα των δυνητικών δικαιούχων που θα αιτηθούν των ευεργετημάτων της νέας ρύθμισης. Είναι σαφές ότι απαιτούνται διορθωτικές κινήσεις για την αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου. Παράλληλα με τον εξωδικαστικό μηχανισμό, θα πρέπει να θεσμοθετηθούν δράσεις για την διάσωση και την παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας για τις επιχειρήσεις, με έμφαση στη μεταβίβαση από γενιά σε γενιά και ουσιαστική στήριξη όσων επιθυμούν να επιχειρήσουν ξανά.

Επιχειρηματική δραστηριότητα

1. Παρά τη δύσκολη συγκυρία, οι οικογενειακές επιχειρήσεις στην Ελλάδα επιδεικνύουν σημάδια ανθεκτικότητας και βιώσιμης εξέλιξης. Το 41,1% των επιχειρήσεων προκύπτουν από διαδοχή μιας τουλάχιστον γενιάς Εξαμηνιαίο Δελτίο Οικονομικού Κλίματος ΜμΕ 6 επιχειρηματιών, ενώ το 53,4% αποτελεί προσωπικό δημιούργημα του επιχειρηματία.

2. Οι κυριότερες απειλές και δυσκολίες που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν οι μικρές επιχειρήσεις σε σχέση με το επιχειρηματικό περιβάλλον είναι η ύπαρξη αθέμιτου ανταγωνισμού (αδήλωτη επαγγελματική δραστηριότητα), αλλά και η σχολάζουσα παραγωγική δυναμικότητα. Συγκεκριμένα, 2 στις 3 επιχειρήσεις εμφανίζονται να αντιμετωπίζουν αθέμιτο ανταγωνισμό από πρακτικές ανταγωνιστριών επιχειρήσεων. Οι επιχειρήσεις του εμπορίου φαίνονται να επηρεάζονται σε πιο έντονο βαθμό.

3. Στο α’ εξάμηνο του 2017 καταγράφηκε για πρώτη φορά θετικό ισοζύγιο εγγραφών- διαγραφών. Για το β’ εξάμηνο του 2017 το θετικό ισοζύγιο συνεχίζεται. Φαίνεται δηλαδή πως η δειλή αναπτυξιακή πορεία που είχε καταγραφεί το α εξάμηνο παρουσιάζει μια τάση παγίωσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΓΕΜΗ το ισοζύγιο εγγραφών – διαγραφών επιχειρήσεων για το Β’ εξάμηνο του 2017 ήταν θετικό κατά 1884 επιχειρήσεις.

4. Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνονται και από τα ευρήματα της ερευνάς του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ όπου ο δείκτης βιωσιμότητας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων συνεχίζει να βελτιώνεται. Παρά το θετικό αυτό κλίμα, ο δείκτης ανασφάλειας και φόβου για την πορεία της επιχείρησης διατηρεί υψηλές τιμές. Το 34,5% των επιχειρήσεων θεωρεί αρκετά και πολύ πιθανό να κλείσει το επόμενο διάστημα (έναντι 38,1% του προηγούμενου εξαμήνου και 38,1% της αντίστοιχης έρευνας του Φεβρουαρίου του 2017).

5. Εκτιμάται ότι η μείωση επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο θα είναι περίπου 7,000 επιχειρήσεις, κυρίως πολύ μικρές και αυτοαπασχολούμενοι. Ωστόσο, από τα μακροοικονομικά δεδομένα και τις προβολές για την πορεία της οικονομίας (εκτίμηση για μεγέθυνση άνω του 2,5%), διαφαίνεται πως διανύουμε μια περίοδο επιστροφής στην κανονικότητα, στην οποία το ισοζύγιο εγγραφών- διαγραφών αναμένεται να είναι θετικό.

6. Η παγιοποίηση των υψηλών φορολογικών επιβαρύνσεων, η συσσώρευση οφειλών και η αδυναμία εξεύρεσης αγορών για την αντιστάθμιση της ισχνής καταναλωτικής ζήτησης επιδρούν αρνητικά στις προοπτικές μιας επιχείρησης.

Εμπόριο & Ηλεκτρονικές Συναλλαγές

1. Εντυπωσιακή είναι η διεύρυνση του ποσοστού των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά μέσα πληρωμών. 4 στις 5 δηλώνουν ότι έχουν POS, ενώ στην προηγούμενη έρευνα το ποσοστό ήταν 64,4%. 9 στις 10 επιχειρήσεις εμπορίου διαθέτει πλέον ηλεκτρονικό μέσο πληρωμής.

2. Συνολικά, οι μικρές επιχειρήσεις δηλώνουν ότι πραγματοποιούν το 1/3 του κύκλου εργασιών μέσα από ηλεκτρονικές πληρωμές. Αυτό σημαίνει ότι η αυξητική τάση στη διάθεση των ηλεκτρονικών μέσων δε μεταφράζεται σε σημαντική ανά επιχείρηση αύξηση του μεριδίου κύκλου εργασιών που πραγματοποιείται με τη χρήση ψηφιακών- ηλεκτρονικών μέσων.

3. Για τη διάδοση των ηλεκτρονικών συναλλαγών οι επιχειρήσεις θεωρούν ότι είναι σημαντική η θέσπιση ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού (80,1%). Η συγκεκριμένη ρύθμιση θα ήταν επωφελής τόσο για τον ιδιωτικό τομέα, όσο και για τις τράπεζες και το δημόσιο, καθώς θα αποκαθιστούσε την εμπιστοσύνη στην αγορά και θα αύξανε τις ροές καταθέσεων προς το εσωτερικό.

Εξωστρέφεια

1. Βελτιωμένες εμφανίζονται οι επιδόσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ως προς την υιοθέτηση καινοτόμων επιχειρηματικών πρακτικών. Σχεδόν 1 στις 5 επιχειρήσεις δηλώνουν ότι έχουν εισάγει κάποια σημαντική καινοτομία στην παραγωγική διαδικασία, οργάνωση και διακίνηση αγαθών και υπηρεσιών

2. Όπως και στις προηγούμενες έρευνες, έτσι και τώρα, υπάρχει μια σαφής καταγραφή των τάσεων του οικονομικού κλίματος καθώς και η παρακολούθηση των βασικών δεικτών λειτουργίας των μικρών επιχειρήσεων κατά το 2ο εξάμηνο του 2017, ενώ παράλληλα επιχειρείται οικονομική πρόβλεψη για το 1ο εξάμηνο του 2018. 2. Αντιφατικά είναι τα μηνύματα από το δείκτη εξαγωγών, καθώς μόνο το 9,7% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι ασκεί εξαγωγική δραστηριότητα. Οι επιχειρήσεις της μεταποίησης διατηρούν υψηλότερα ποσοστά εξωστρέφειας. Φαίνεται να υπάρχουν σημαντικά περιθώρια για την προώθηση πολιτικών υποκατάστασης εισαγωγών, αλλά και διείσδυσης των ελληνικών επιχειρήσεων σε νέες αγορές.

«Ένα φαινόμενο που σύμφωνα με κάποιες πρώτες εκτιμήσεις του Ινστιτούτου της ΓΣΕΒΕΕ παρουσιάζει ανησυχητικά αυξητικές τάσεις, είναι η αδήλωτη επιχειρηματικότητα.

Δηλαδή επιχειρηματίες που κλείνουν τα βιβλία τους, κλείνουν τις επιχειρήσεις τους και μεταβαίνουν στον άτυπο τομέα της οικονομίας, γιατί δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.

Σημαντικά προβλήματα σε σχέση με αυτό το φαινόμενο αντιμετωπίζουν τα λεγόμενα επαγγέλματα της «βαλίτσας», όπως πχ οι κομμωτές (εκτιμάται ότι το 40% του κλάδου αυτού είναι αδήλωτη επιχειρηματικότητα). Αξίζει να σημειωθεί ότι για τις περιπτώσεις αυτές δεν προβλέπεται και προφανώς δεν υπάρχει, και ενδεχόμενα είναι δύσκολο να υπάρξει, και κανένας έλεγχος».

Αυτό ανέφερε ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος Γιώργος Καββαθάς, στο συνέδριο του υπουργείου Εργασίας με θέμα «Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Μοντέλο και το Μέλλον της Εργασίας».

Ο ίδιος συνέχισε ότι για τη μεγέθυνση της παραοικονομίας που εκτιμάται ότι αγγίζει το 35-40% του ΑΕΠ, το βάρος θα πρέπει να δοθεί στο πεδίο της πάταξης, του παραεμπορίου και λαθρεμπορίου και της διεύρυνσης της φορολογικής και ασφαλιστικής βάσης.

Παράλληλα, όπως είπε, θα πρέπει να ενισχυθεί ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων. «Μια καλή αρχή ως προς αυτό θα μπορούσε να είναι η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Ωστόσο δεν θα πρέπει να περιοριστούμε μόνο σε αυτό. Ενδεχομένως ένα διαρκές τριμερές όργανο (κυβέρνηση – εργοδότες – εργαζόμενοι) θα μπορούσε να βοηθήσει στην διαμόρφωση και προώθηση πολιτικών (με τη συμβολή διεθνών οργανισμών όπως ο ILO) υπό την προϋπόθεση όμως ότι αντιλαμβάνονται την ελληνική πραγματικότητα και τις ιδιαιτερότητες της.

Για παράδειγμα όσον αφορά τα συμβοηθούντα μέλη ή τους βοηθούς οικογενειακών επιχειρήσεων υπάρχει ένα εθιμικό δίκαιο που διέπει τις εργασιακές τους σχέσεις. Στην παρούσα συγκυρία η ιδιότυπη αυτή μορφή απασχόλησης αποτελεί σημαντικό παράγοντα κοινωνικής συνοχής και συγκράτησης της ανεργίας και δεν θα πρέπει να διαταραχτεί».

Θα πρέπει επίσης, κατά τη ΓΣΕΒΕΕ, να εξεταστούν και μέτρα όπως η επέκταση, οι διαδικασίες και οι προϋποθέσεις του εργόσημου, ενώ κρίσιμης σημασίας χαρακτήρισε ο πρόεδρος και την ενίσχυση και σωστή λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών.

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΓΣΕΒΕΕ πάνω από 550.000 εργαζόμενοι έχουν αποδοχές χαμηλότερες του κατώτατου μισθού - Το 85% ανέργων είναι μακροχρόνια άνεργοι

Με «κρανίου τόπος» μοιάζει η αγορά εργασίας στα χρόνια των μνημονίων σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο διεθνές συνέδριο «Συλλογικές διαπραγματεύσεις στο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο και το μέλλον της εργασίας» το οποίο ξεκίνησε μετ΄ εμποδίων εξαιτίας των κινητοποιήσεων του ΠΑΜΕ.

Ο κατάλογος που ακολουθεί είναι κάτι παραπάνω από ενδεικτικός της δυσμενούς εικόνας, καθώς:

- Πάνω από 550.000 εργαζόμενοι έχουν αποδοχές κάτω από τον κατώτατο μισθό
- Το 85% ανέργων είναι μακροχρόνια άνεργοι
- Κατά μέσο όρο μόνο ένας εργάζεται σήμερα σε κάθε νοικοκυριό
- Κατά 32% μειώθηκε ο κατώτατος μισθός για τους νέους κάτω των 25 ετών και 22% για όλους
- Σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ 230.000 επιχειρήσεις έκλεισαν και 80.000 θέσεις εργασίας χάθηκαν

ην ίδια ώρα, πάντως, σημειώνεται έντονη κινητικότητα στην αγορά καθώς συρρικνώνονται οι σταθερές θέσεις πλήρους απασχόλησης. Το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ κατέγραψε ένα εκατ. προσλήψεις και ταυτόχρονα ένα εκατ. απολύσεις με σημαντική αύξηση της ευέλικτης εργασίας.

Από την πλευρά του ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ κ. Γ. Καββαθάς επισήμανε ότι «οι μικρομεσαίοι οδηγούνται σε άτυπες μορφές επιχειρηματικότητας καθώς η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε στασιμότητα με πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας. Οι θεσμοί από τη μια μιλάνε για κοινωνικό κράτος, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ευρωπαϊκό κεκτημένο και από την άλλη όπως αυτοί εκπροσωπούνται, αρνούνται κάθε συζήτηση επί της ουσίας. Στη συνάντηση των υπουργών με τους θεσμούς υπήρξε άρνηση και για τις δύο εξαγγελίες του πρωθυπουργού, δηλαδή και για το πάγωμα των οφειλών στον ΟΑΕΕ και για τον ακατάσχετο επιχειρηματικό λογαριασμό που είναι δύο μέτρα τα οποία η ΓΣΕΒΕΕ τα διεκδικεί εδώ και τέσσερα χρόνια, γιατί είναι μέτρα τα οποία ίσως βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να μην οδηγηθούν στο κλείσιμο αυτές που άντεξαν τα επτά χρόνια της κρίσης».

Την ίδια, ώρα, όμως, η ΕΣΕΕ αναφερόμενη στις ομαδικές απολύσεις τάχθηκε υπέρ της αύξησης του ποσοστού απολύσεων στο 10% μηνιαίως, σε εναρμόνιση και με την σχετική κοινοτική νομοθεσία. Ταυτόχρονα είναι αντίθετη στην απελευθέρωση των απολύσεων με νόμο υποστηρίζονται ότι χρειάζεται μεγαλύτερη εμπλοκή του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας.

Σε ανακοίνωσή του ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Β. Κορκίδης τάχθηκε υπέρ της σταδιακής επαναφοράς του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, της επαναφοράς της επεκτασιμότητας των συμβάσεων ενώ εξέφρασε την αντίθεσή του στην υποχρεωτική διαιτησία.

Σχολιάζοντας την επιμονή των θεσμών να συναρτούν το ύψους του κατώτατου μισθού με το ποσοστό ανεργίας, ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ σημείωσε ότι το 2008 που ο κατώτατος μισθός ήταν 680 ευρώ, η ανεργία ήταν 8% ενώ το 2013 που ο μισθός ήταν 586 η ανεργία είχε σκαρφαλώσει στο 27,5%.

Η Γεν. Γραμματέας της ένωσης ευρωπαϊκών συνδικάτων Luca Visentini κάλεσε τους θεσμούς και ειδικά το ΔΝΤ να μην καταστρέψουν τη συμφωνία κυβέρνησης και κοινωνικών εταίρων για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις. «Να βγει η Ελλάδα από αυτή την τιμωρία που της έχουν επιβάλλει», τόνισε χαρακτηριστικά η εκπρόσωπος των ευρωπαϊκών συνδικάτων.

ferriesingreece2

kalimnos

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot