Την διαπίστωση ότι «στις διαπραγματεύσεις στο Brussels Group υπήρξαν πολύ σημαντικά βήματα που φέρνουν πιο κοντά τη συμφωνία», έκανε η Ομάδα Πολιτικής Διαπραγμάτευσης που συνεδρίασε απόψε υπό την προεδρία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, αναφέρουν κυβερνητικές πηγές.
Ο δεύτερος γύρος των συνομιλιών αρχίζει αύριο και σύμφωνα με τις ίδιες κυβερνητικές πηγές, «στόχος όλων των πλευρών είναι μέσα στο Μάιο να υπάρξει συμφωνία σε επίπεδο του Brussels Group. Επισημαίνουν επίσης ότι η διαδικασία προς τη συνολική συμφωνία θα έχει και ενδιάμεσα βήματα, και υπογραμμίζουν ότι ένα σημαντικό βήμα, θα είναι η επιτυχής ολοκλήρωση του επόμενου γύρου του BG την Τετάρτη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναγνώριση και από το Eurogroup της σημαντικής προόδου που έχει επιτευχθεί στις διαπραγματεύσεις .
e-typos.com
Πρόταση - σοκ για στάση πληρωμών προς τους δανειστές μέχρι να υπάρξει συμφωνία, κάνει ο πρώην επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννης Μηλιός.
Με ανάρτησή του στο facebook, το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ στο κείμενό του που φέρει τον τίτλο: «Σκάκι, όχι πόκερ» υπογραμμίζει πως η στάση πληρωμών δεν «συνεπάγεται και έξοδο από την Ευρωζώνη» εξηγώντας πως «η υιοθέτηση εκ μέρους οποιασδήποτε χώρας ενός νέου αποκλειστικού εθνικού νομίσματος θα μετέτρεπε την Ευρωζώνη από μια ενιαία νομισματική περιοχή σε ζώνη σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών, η σταθερότητα (και ύπαρξη) της οποίας θα κατέρρεε σύντομα, από την ανεξέλεγκτη λειτουργία των χρηματαγορών στο περιβάλλον "συναλλαγματικού κινδύνου" που θα δημιουργείτο αμέσως μετά την πρώτη έξοδο».
Ο κ. Μηλιός καταλήγει: «Βρισκόμαστε μπροστά σε μια ιστορική πρόκληση και πρέπει να ανταποκριθούμε χωρίς δισταγμούς και αμφιταλαντεύσεις».
Το άρθρο αναλυτικά:
Σκάκι, όχι πόκερ!
(Ξανακερδίζοντας τον χαμένο χρόνο)
του Γιάννη Μηλιού
Η εντολή που έχει η κυβέρνηση από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου είναι διπλή:
(α) Να σταματήσει τις πολιτικές λιτότητας, θέτοντας στο επίκεντρο τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας, (β) να εξασφαλίσει μια συμφωνία με τους δανειστές για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του ελληνικού Δημοσίου.
Αν οι δανειστές αδιαφορούν για τη δημοκρατία και τη βούληση του ελληνικού λαού και απαιτούν τη συνέχιση της λιτότητας στην Ελλάδα (δηλαδή ζητούν από την ελληνική κυβέρνηση να αθετήσει τη βασική εντολή που της έδωσε ο ελληνικός λαός), τότε η λύση είναι μία:
Καθυστέρηση των υποχρεώσεων προς τους δανειστές. Με άλλα λόγια, καθυστέρηση πληρωμών μέχρις ότου υπάρξει συμφωνία. Πάντα εντός της Ζώνης του Ευρώ, μια που η «νομισματική» υποτίμηση της αγοραστικής δύναμης και του βιοτικού επιπέδου της κοινωνικής πλειοψηφίας είναι εξίσου ανεπιθύμητη με την «εσωτερική υποτίμηση».
1. Λιτότητα
Η λιτότητα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Στην επιφάνεια, λειτουργεί ως στρατηγική για τη μείωση του επιχειρηματικού κόστους. Η λιτότητα μειώνει το κόστος εργασίας του ιδιωτικού τομέα, αυξάνει τα κέρδη ανά μονάδα κόστους (εργασίας) και ως εκ τούτου αυξάνει το ποσοστό κέρδους. Συμπληρώνεται από την οικονομία στη χρήση «υλικού κεφαλαίου» και από θεσμικές αλλαγές οι οποίες ενισχύουν αφενός την κινητικότητα και τον ανταγωνισμό των κεφαλαίων και αφετέρου την ισχύ των διευθυντών στο εσωτερικό της επιχείρησης και των κατόχων χρηματοπιστωτικών τίτλων στο εσωτερικό της κοινωνίας.
Όσον αφορά τη δημοσιονομική εξυγίανση, η λιτότητα δίνει προτεραιότητα σε περικοπές δημοσίων δαπανών που σημαίνουν συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας, με παράλληλη μείωση των φόρων επί του κεφαλαίου, αλλά και σταδιακή εξαφάνιση της όποιας προοδευτικότητας στον φόρο εισοδήματος.
Ωστόσο, αυτό που αποτελεί κόστος για την καπιταλιστική τάξη, συνιστά το βιοτικό επίπεδο της εργαζόμενης πλειοψηφίας της κοινωνίας. Αυτό ισχύει και για το κράτος πρόνοιας, του οποίου οι υπηρεσίες μπορούν να θεωρηθούν ως μορφή «κοινωνικού μισθού».
Είναι σαφές λοιπόν ότι η λιτότητα αποτελεί πρωτίστως μια ταξική πολιτική: Προωθεί διαρκώς τα συμφέροντα του κεφαλαίου έναντι εκείνων των μισθωτών, επαγγελματιών, συνταξιούχων, και άλλων ευάλωτων ομάδων. Σε μακροπρόθεσμη βάση στοχεύει στη δημιουργία ενός μοντέλου εργασίας με λιγότερα δικαιώματα και μικρότερη κοινωνική προστασία, με χαμηλούς και ευέλικτους μισθούς και την απουσία οποιασδήποτε ουσιαστικής διαπραγματευτικής ισχύος για τους μισθωτούς.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, σε μια συγκυρία τέτοιας όξυνσης των κοινωνικών ανταγωνισμών όπως η σημερινή, μια κυβέρνηση που τάσσεται με τη μεριά της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας δεν μπορεί ούτε καν να διανοηθεί να υποχωρήσει σε εκβιασμούς για τη συνέχιση της λιτότητας. Δεν μπορεί να μεταλλαχθεί σε μια κυβέρνηση των λίγων, σε μια κυβέρνηση αυτών που όχι απλώς δεν ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά επιπλέον αντιμάχονται την παρούσα κυβέρνηση.
2. Ζώνη του ευρώ
Η ζώνη του ευρώ (ΖτΕ) αποτελεί μία ιδιόμορφη νομισματική ένωση, δεδομένου ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δεν λειτουργεί ως δανειστής τελευταίας καταφυγής για τις χώρες-μέλη της (δεν δανείζει άμεσα τα κράτη-μέλη της ΖτΕ). Με τον τρόπο αυτό τα κράτη-μέλη της ΖτΕ εκθέτουν σκόπιμα τον εαυτό τους σε χρηματοπιστωτικό κίνδυνο, με βάση τον κανόνα ότι οι κρατικές πολιτικές πρέπει πάντα να «αξιολογούνται» από τις αγορές και να έχουν την έγκρισή τους, δηλαδή να εκφράζουν τα συμφέροντα των αγορών.
Έχοντας πολιτικά συνομολογήσει ότι δεν «επιτρέπεται» να δανείζονται άμεσα από την ΕΚΤ, τα κράτη-μέλη της ΖτΕ γνώριζαν εξαρχής ότι, σε μια συγκυρία δημοσιονομικής δυσχέρειας, για να έχουν την αναγκαία ρευστότητα ώστε να αποπληρώνουν τους κατόχους των κρατικών ομολόγων τους θα έπρεπε να περικόψουν κοινωνικές δαπάνες. Αυτό καθιστά τη συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας προϋπόθεση για τη χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα. Οι κυβερνώσες ελίτ όλων των χωρών της ΖτΕ είχαν, επομένως, υποβάλει οικειοθελώς τον εαυτό τους σε έναν υψηλό κίνδυνο χρεοστασίου, προκειμένου να παγιώσουν τις νεοφιλελεύθερες στρατηγικές. Με άλλα λόγια, είχαν από κοινού αποφασίσει να εκμεταλλευτούν τις κρίσεις ως μέσα για την περαιτέρω ενίσχυση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Στο πλαίσιο αυτό, η εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους «παγιδεύει» τη δημοσιονομική πολιτική στη λιτότητα, τις ιδιωτικοποιήσεις και την απαξίωση της εργασίας.
Έχοντας συνείδηση της κατάστασης, η παρούσα ελληνική κυβέρνηση δεν επιτρέπεται (και δεν πρόκειται) να εγκλωβιστεί σε αυτή τη νεοφιλελεύθερη παγίδα, επιδιώκοντας την πάση θυσία αποφυγή μιας καθυστέρησης πληρωμών προς τους δανειστές.
3. Ευρώ
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι και ευρύτερα οι λαϊκές τάξεις στη ΖτΕ δεν έγκειται στο ότι περισσότερες χώρες έχουν το ευρώ ως κοινό νόμισμα. Έγκειται στο πολιτικό πλαίσιο, που επιβάλλει στις χώρες-μέλη της ΖτΕ να υπόκεινται στα κριτήρια, την αξιολόγηση και τη χρηματοδότηση των χρηματαγορών, καθώς η ΕΚΤ περιορίζεται στο ρόλο μιας «ιδιόμορφης» Κεντρικής Τράπεζας, χωρίς τη λειτουργία του δανειστή τελευταίας καταφυγής.
Το ζήτημα είναι πολιτικό. Η νεοφιλελεύθερη παγίδα μπορεί να διαρραγεί όταν η ελληνική κυβέρνηση καταστήσει σαφές ότι, αν αναγκαστεί, θα τολμήσει να επιλέξει την καθυστέρηση πληρωμών, προκειμένου να μην αθετήσει τη λαϊκή εντολή, να μην προδώσει όσους την εμπιστεύτηκαν.
Η επίπτωση από μια αύξηση στα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων θα είναι αμελητέα, αφού έτσι κι αλλιώς η χώρα βρίσκεται εκτός αγορών. Τα επιτόκια θα μειωθούν ραγδαία, αλλά και οι άλλοι χρηματοπιστωτικοί δείκτες θα βελτιωθούν αντίστοιχα, μόνο όταν θα υπάρξει μια βιώσιμη, δηλαδή επωφελής για την κοινωνική πλειοψηφία και συμβατή με τη λαϊκή εντολή συμφωνία.
Η καθυστέρηση πληρωμών δεν συνεπάγεται έξοδο από τη ΖτΕ. Η υιοθέτηση εκ μέρους οποιασδήποτε χώρας ενός νέου αποκλειστικού εθνικού νομίσματος θα μετέτρεπε τη ΖτΕ από μια ενιαία νομισματική περιοχή σε ζώνη σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών, η σταθερότητα (και ύπαρξη) της οποίας θα κατέρρεε σύντομα, από την ανεξέλεγκτη λειτουργία των χρηματαγορών στο περιβάλλον «συναλλαγματικού κινδύνου» που θα δημιουργείτο αμέσως μετά την πρώτη «έξοδο». Γι’ αυτό κανείς δεν θα τολμήσει να θέσει ζήτημα αποβολής της Ελλάδας από τη ΖτΕ.
Πολύ περισσότερο, η καθυστέρηση πληρωμών προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν συνεπάγεται αυτόματα «πιστωτικό γεγονός», αφού για την ύπαρξη ή μη πιστωτικού γεγονότος πρέπει να αποφασίσει το Εκτελεστικό Συμβούλιο του Ταμείου.
Μάλιστα, την 1/5/2015, τρεις σημαντικοί οίκοι αξιολόγησης, Standard and Poor’s, Fitch και DBRS, ανακοίνωσαν ότι δεν θα θεωρήσουν χρεοστάσιο (default) μια καθυστέρηση πληρωμών του ελληνικού Δημοσίου προς το ΔΝΤ ή την ΕΚΤ. Ειδικότερα, ο Frank Gill, αξιωματούχος της Standard and Poor’s, δήλωσε τα εξής: «Εάν η Ελλάδα, για οποιοδήποτε λόγο, αδυνατούσε να πραγματοποιήσει μια πληρωμή προς το ΔΝΤ ή την ΕΚΤ, αυτό δεν θα αποτελούσε χρεοστάσιο σύμφωνα με τα κριτήριά μας, διότι πρόκειται για χρέος του "επίσημου" τομέα».
Εντελώς ανεξάρτητα από τα κομμάτια εκείνα της Αριστεράς που υποστηρίζουν την έξοδο από τη ΖτΕ και την ΕΕ στο πλαίσιο ενός ευρύτερου σχεδίου για τον ριζικό μετασχηματισμό της οικονομίας και της κοινωνίας, η «αποβολή από το ευρώ» αποτελεί από την αρχή της κρίσης μια κενή περιεχομένου προπαγάνδα εκφοβισμού εκ μέρους του εσωτερικού και διεθνούς νεοφιλελεύθερου κατεστημένου. Εντούτοις, στην προοπτική αυτή προσχωρούν εσχάτως και μερίδες της ελληνικής και διεθνούς ολιγαρχίας (με τους εκπροσώπους τους), που δραστηριοποιούμενες στο εξωτερικό, ή έχοντας την (κινητή) περιουσία τους σε διεθνές νόμισμα, ευελπιστούν να κερδοσκοπήσουν από την υποτίμηση ενός ενδεχόμενου νέου ελληνικού νομίσματος.
4. «Μνημόνιο για το κεφάλαιο»!
Ας το επαναλάβουμε: Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές με βάση τη δέσμευση ότι θα τερματίσει τις πολιτικές της λιτότητας και θα θέσει σε κίνηση μια διαδικασία στήριξης των συμφερόντων της κοινωνικής πλειοψηφίας. Αυτό σημαίνει ότι προτεραιότητα στις εξελίξεις έχει το «εσωτερικό μέτωπο», η πάλη για κοινωνική δικαιοσύνη και δημοκρατία, ενάντια στα συμφέροντα της ολιγαρχίας που επέβαλε τις μνημονιακές πολιτικές.
Ήδη χάθηκε πολύτιμος χρόνος. Ο λαός από την πρώτη στιγμή, μας έδειξε ότι βρίσκεται στο πλευρό μας και με τη μαζική παρουσία χιλιάδων πολιτών στους δρόμους, μας άνοιγε το δρόμο να προωθήσουμε όλα αυτά για τα οποία μας ψήφισε. Τις βαθιές τομές που θα αλλάξουν την εικόνα της κοινωνίας και θα δώσουν ελπίδα και κίνητρο στράτευσης και αγώνα στην κοινωνική πλειοψηφία.
Άλλωστε, αυτή η εσωτερική δυναμική μπορεί να τροφοδοτήσει την αποτελεσματικότητα της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές. Θυμίζω εδώ τον βασικό κανόνα της διαπραγμάτευσης: Δεν πας να διαπραγματευτείς με τίποτε λιγότερο, τουλάχιστον από τα αιτήματά σου. Οι δίκαιες απαιτήσεις ενός λαού που ταλαιπωρήθηκε τουλάχιστον για μια πενταετία από αντιλαϊκές πολιτικές, που δεν πέτυχαν κανέναν από τους διακηρυγμένους τους στόχους, δεν μπαίνουν σε ποσοστά.
Η κυβέρνηση βρίσκεται σήμερα μπροστά σε μια ιστορική πρόκληση. Οφείλει να επιδιώξει να περιορίσει τη στρατηγική του κεφαλαίου για υπαγωγή όλων των πτυχών της κοινωνικής ζωής στην εποπτεία των αγορών και στο κριτήριο του κέρδους, μέσα σε ένα ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον που κυριαρχείται από τις νεοφιλελεύθερες ελίτ και αντιλαμβάνεται ως «ηθικό κίνδυνο» κάθε πολιτική που ευνοεί τα συμφέροντα των εργαζομένων.
Βασικό ζητούμενο για μας είναι η «αντίστροφη αναδιανομή», που σημαίνει πολιτικές κοινωνικής δικαιοσύνης, μεταφορά των βαρών στους «έχοντες», ένα «μνημόνιο για το μεγάλο κεφάλαιο», που θα αποφέρει τα χρηματοδοτικά μέσα για την υλοποίηση του προγράμματός μας.
Όρο και προϋπόθεση αποτελούν η θέσπιση ενός ριζοσπαστικού φορολογικού συστήματος, που θα ελαφρύνει την κοινωνική πλειοψηφία και θα κατανέμει τα βάρη στο κεφάλαιο και τον πλούτο, η διεύρυνση του χώρου των κοινωνικών αγαθών στον αντίποδα της λογικής των ιδιωτικοποιήσεων, η δημοκρατία.
Η πλειοψηφία της κοινωνίας θα βρίσκεται πάντα στο πλευρό μιας κυβέρνησης που πασχίζει να σταματήσει τη λιτότητα και να αντιστρέψει τις προτεραιότητες πολιτικής προς όφελος των πολλών. Με άλλα λόγια, η πλειοψηφία της κοινωνίας θα είναι πάντα αντίθετη προς τη συρρίκνωση των μισθών και την επέκταση της επισφαλούς απασχόλησης, τον εκφυλισμό και τη συρρίκνωση των δημόσιων-κοινωφελών υπηρεσιών, που αυξάνουν το κόστος της εκπαίδευσης και της υγειονομικής περίθαλψης, θα είναι αντίθετη με την αποδυνάμωση των δημοκρατικών θεσμών και την ενίσχυση της καταστολής. Θα αντιλαμβάνεται πάντα την «κρίση της εργασίας» (δηλαδή την ανεργία, την κατάργηση δικαιωμάτων, την επισφαλή και κακοπληρωμένη εργασία, κλπ.) ως μια κοινωνική ασθένεια που πρέπει να αντιμετωπιστεί καθαυτή, όχι ως μελλοντικό παρεπόμενο της ανάκαμψης των κερδών.
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια ιστορική πρόκληση και πρέπει να ανταποκριθούμε χωρίς δισταγμούς και αμφιταλαντεύσεις!
Ειδικότερα, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Λεωνίδας Φραγκιαδάκης, υπογραμμίζει μεταξύ άλλων: «Η επίτευξη του εθνικού στόχου για συμφωνία με τους εταίρους μας και η επιβεβαίωση του ευρωπαϊκού προσανατολισμού μας θα συνδράμουν στην επανεκκίνηση της οικονομίας, θέτοντας τη χώρα σε τροχιά σταθερής ανάπτυξης. Μια ειλικρινής μεταρρυθμιστική προσπάθεια, σε συνδυασμό με τη βούληση για απαρέγκλιτη τήρησή της, μπορεί να καταστήσει την Ελλάδα ελκυστικό πόλο επενδύσεων. O παράγων "χρόνος" έχει τεράστια σημασία και θα ήταν κρίμα η Ελλάδα να μην εκμεταλλευθεί το ιδιαίτερα θετικό οικονομικό περιβάλλον, το οποίο είναι αποτέλεσμα της πολιτικής νομισματικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της σημαντικής πτώσης της τιμής του πετρελαίου.
Παρότι η οικονομία και η κοινωνία έχουν εξαντληθεί από τις δυσκολίες των τελευταίων ετών, οι επιχειρήσεις είναι πλέον έτοιμες να συμμετέχουν ενεργά σε αναπτυξιακές πρωτοβουλίες που θα αυξήσουν και την απασχόληση και η παροχή πίστωσης θα βοηθήσει στην ενίσχυση της ανάπτυξης».
Ο Δημήτριος Μαντζούνης, διευθύνων σύμβουλος Alpha Bank, υπογραμμίζει:
«Η απομάκρυνση της αβεβαιότητος αποτελεί ζήτημα ύψιστης σημασίας όχι μόνο για το τραπεζικό σύστημα αλλά ευρύτερα για την ελληνική οικονομία, που χαρακτηρίζεται από μια έμφυτη δυναμική. Η επιτυχής ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων με τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω μιας νέας εθνικά επωφελούς συμφωνίας, θα απελευθερώσει την ισχυρή δυναμική της οικονομίας μας και θα τη θέσει σε τροχιά αναπτύξεως η οποία θα είναι και βιώσιμη και μακράς διάρκειας.
Το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον (η ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, η πτώση των τιμών πετρελαίου, η αποδυνάμωση του ευρώ, τα διάφορα ευρωπαϊκά πακέτα ενισχύσεως των χωρών-μελών κ.ά.) ευνοούν την ταχεία επάνοδο της χώρας και της οικονομίας σε ανοδική τροχιά».
Ο Άνθιμος Θωμόπουλος, διευθύνων σύμβουλος Τράπεζας Πειραιώς, σημειώνει: «Βασική προϋπόθεση για την ανάκαμψη της οικονομίας μας είναι να σπάσει ο κύκλος της υποχρηματοδότησης και της αποεπένδυσης. Χωρίς επενδύσεις δεν θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε την προσαρμογή που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια και να δώσουμε απάντηση στα εκρηκτικά κοινωνικά προβλήματα που συσσώρευσε η παρατεταμένη ύφεση, δημιουργώντας προοπτική και ελπίδα ανάκαμψης.
Η θετική κατάληξη των διαπραγματεύσεων και η αποκατάσταση ομαλών συνθηκών χρηματοδότησης του Δημοσίου θα οδηγούσαν σε αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας και των τραπεζών, αποκαθιστώντας τη χρηματοδότηση από τις διεθνείς αγορές με όρους ανταγωνιστικούς, προς όφελος τελικά της πραγματικής οικονομίας. Όμως, η βελτίωση των όρων χρηματοδότησης της οικονομίας δεν αρκεί. Απαιτούνται μεταρρυθμίσεις με αναπτυξιακό πρόσημο σε κρίσιμους τομείς, όπως το φορολογικό σύστημα, η Δικαιοσύνη κ.ά.».
Ο Φωκίων Καραβίας, διευθύνων σύμβουλος Eurobank, τονίζει: «Η χώρα μας βιώνει συνθήκες παρατεταμένης πιστωτικής πίεσης και αβεβαιότητας που σταδιακά διαβρώνουν την πραγματική οικονομία. Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Ο χρόνος αποτελεί κρίσιμη παράμετρο. Είναι άμεση η ανάγκη για ρεαλιστική συμφωνία με τους θεσμικούς μας εταίρους, που θα πρέπει να υιοθετηθεί από το σύνολο σχεδόν του πολιτικού φάσματος, όπως σε Πορτογαλία, Ιρλανδία και Κύπρο, που σήμερα αφήνουν πίσω τους το τέλμα της κρίσης και διαμορφώνουν ένα πιο αισιόδοξο αύριο. Σήμερα περισσότερο παρά ποτέ, η χώρα χρειάζεται ανάπτυξη, η οποία προϋποθέτει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε συνθήκες κοινωνικής συνοχής, εξωστρέφεια και προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων και κεφαλαίων.
Οι μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο μέσω σταθερής αναπτυξιακής πορείας. Προϋπόθεσή της είναι μια ταχεία συμφωνία μακράς πνοής που θα απομακρύνει οριστικά κάθε αμφισβήτηση της συμμετοχής μας στην ευρωζώνη».
H Ελλάδα περνά τα πιο δύσκολα 24ωρα των τελευταίων ετών καθώς νέα εμπλοκή σημειώθηκε το Σάββατο στο Brussels Group κατά τις διαβουλεύσεις της κυβέρνησης με τους εκπροσώπους των εταίρων και δανειστών μας.
Όπως μετέδωσε το Mega, η εμπλοκή αφορά στις ομαδικές απολύσεις, ενώ οι δανειστές ζητούν επίσης από την κυβέρνηση να μη νομοθετήσει για τις συλλογικές συμβάσεις. Αυτό σημαίνει ότι πολύ δύσκολα θα υπάρξει έκτακτο Eurogroup πριν από την κρίσιμη Τετάρτη, όταν και συνεδριάζει η ΕΚΤ εκ νέου για τη χορήγηση ρευστότητας μέσω ELA και με κάποια σενάρια να κάνουν λόγο για «ηχηρό μήνυμα» Ντράγκι προς την Αθήνα.
Οι πληροφορίες από τις Βρυξέλλες αναφέρουν ότι η εμπλοκή προέκυψε κατά κύριο λόγο από την εμμονή του ΔΝΤ και την αιφνιδιακή απαίτηση για επιβολή των ομαδικών απολύσεων.
Το ΔΝΤ φαίνεται πως είναι αυτό που ζητά από την κυβέρνηση να νομοθετήσει υπέρ των ομαδικών απολύσεων αλλά και να μην νομοθετήσει για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας
Οι ελληνικές ομάδες των διαπραγματευτών που βρίσκονται στις Βρυξέλλες επιχείρησαν με στοιχεία να αναδείξουν ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις είναι νομικό κεκτημένο και σε άλλες χώρες της ΕΕ αλλά και ότι λειτουργεί υπέρ της ανάπτυξης.
Υπό αυτό το πρίσμα, το χάσμα μεταξύ των δυο πλευρών παραμένει καθώς η Αθήνα δηλώνει ότι αυτό το σημείο όπως και η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος είναι κόκκινες γραμμές γι' αυτήν.
Μέχρι τις 8 Μαΐου η ελληνική κυβέρνηση αποσκοπεί να έχει ένα θετικό μήνυμα προς την ΕΚΤ ώστε να μπορεί να αυξηθεί το όριο για την έκδοση ομολόγων που θα μπορούσαν να επιφέρουν ρευστότητα στην οικονομία της χώρας. Υπάρχει ωστόσο και το ορόσημο της 6ης Μαίου όπου εκεί που μπορεί να κοπεί και η τελευταία γραμμή ρευστότητας μέσω του ELA.
Όλο το προηγούμενο διάστημα υπήρχε αισιοδοξία στην Αθήνα καθώς είχαν παρατηρηθεί συγκλίσεις τόσο στα δημοσιονομικά όσο και στις ιδιωτικοποιήσεις.
Η κυβέρνηση προτίθεται να φέρει δημοσιονομικά μέτρα που δεν θα θίγουν όμως όσους πλήρωσαν τα χρόνια της κρίσης, ενώ δεν αποκλείονται και κάποιες παρεμβάσεις στις υψηλές επικουρικές συντάξεις.
Όλα όμως αυτά θα εξαρτηθούν και από την πρόθεση των θεσμών να απελευθερώσουν χρηματοδοτικά εργαλεία υπέρ της ελληνικής οικονομίας, κάτι που θα ανοίξει το δρόμο και για την κατάθεση του πολυνομοσχεδίου στη Βουλή.
Στις Βρυξέλλες η ελληνική αντιπροσωπεία, αποτελούμενη από τουλάχιστον 25 άτομα ανταλλάσσει συνεχώς στοιχεία και προτάσεις με τους τεχνοκράτες των θεσμών, προκειμένου να βρεθεί λύση στα περισσότερα ζητήματα «αγκάθια».
Πληροφορίες ήθελαν την ελληνική πλευρά να ετοιμάζει αίτημα για έκτακτο Eurogroup την Δευτέρα, κάτι που ωστόσο φαίνεται ως ένα απομακρυσμένο ενδεχόμενο, καθώς ο πρόεδρος της ευρωομάδας Γερούν Ντάισελμπλουμ ξεκινά περιοδεία στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες με θέμα και την Ελλάδα.
Ο ίδιος πάντως χθες για πρώτη φορά μίλησε για πρόοδο στις διαπραγματεύσεις, τονίζοντας ότι οι συνομιλίες έχουν εντατικοποιηθεί, αλλά πρόσθεσε ότι είναι ακόμη «πολύ νωρίς» να μιλήσουμε για «σημείο καμπής» που θα αλλάξει το κλίμα.
«Εργάζονται σκληρά αυτή τη στιγμή και αυτό ακριβώς είναι που έχουμε κερδίσει» δήλωσε σήμερα ο υπουργός Οικονομικών της Ολλανδίας και πρόεδρος του Eurogroup, μιλώντας σε δημοσιογράφους στη Χάγη, για την πορεία των διαβουλεύσεων.
Ο Γιούνκερ
Την ίδια ώρα, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, απέκλεισε το ενδεχόμενο τόσο της χρεοκοπίας, όσο και της εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
Σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα Rheinische Post, ο Γιούνκερ τόνισε ότι «δεν έχουμε ακόμη ξεκάθαρα τα προγράμματα μεταρρυθμίσεων, αλλά είμαστε στη σωστή κατεύθυνση. Αυτό που μπορώ να πω αυτή τη στιγμή, είναι ότι δεν θα υπάρξει χρεοκοπία στην Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι και θα παραμείνει μέλος της ευρωζώνης».
«Για αυτό όλες οι κυβερνήσεις θα ενώσουν τις δυνάμεις τους. Όμως σε αντάλλαγμα η Ελλάδα θα πρέπει να συμμορφωθεί με όσα συμφωνήθηκαν στο Eurogroup», σημείωσε ο πρόεδρος της Κομισιόν.
Ερωτηθείς αν η Αθήνα πρέπει επιτέλους να επιστρέψει σε μια βιώσιμη και αξιόπιστη δημοσιονομική πολιτική, προκειμένου να διαψευστεί το όργιο φημών για αθετήσεις πληρωμών, ο πρόεδρος της Κομισιόν απάντησε: «Η Ελλάδα θα πρέπει να συμμορφωθεί με τις συμφωνίες που επιτεύχθηκαν στο Eurogroup και να αναμφίβολα να προχωρήσει σε μία αξιόπιστη δημοσιονομική πολιτική. Εάν θα πρέπει να εφαρμοστούν προεκλογικές δεσμεύσεις, θα πρέπει και να χρηματοδοτηθούν αναλόγως».
imerisia.gr